Μέρος Τρίτο
(συνέχεια...)
Οι ιστορικές πηγές
Παρ'; ότι την
εποχή που υποτίθεται ότι έζησε ο Ιησούς, υπήρχαν τουλάχιστον 40 γνωστοί
ιστορικοί, εν τούτοις κανένας απ'; αυτούς δεν τον μνημόνευσε.
Οι λιγοστές
πληροφορίες από εξωβιβλικές πηγές, όπως τα έργα των Σουητώνιου, Ιώσηπου και
Τάκιτου ή το Ταλμούδ, δεν είναι σύγχρονες του Ιησού και αναφέρονται έμμεσα σ';
αυτόν, χωρίς να δίνουν αξιόλογες πληροφορίες, κυρίως όμως, θεωρούνται πολύ
αμφίβολης εγκυρότητας. Καταρχάς, ο Φίλων ο Αλεξανδρινός (Philo Alexandrinus,
~20 π.Χ.- 54 μ.Χ.), Εβραίος φιλόσοφος με θαυμασμό προς τον ελληνικό πολιτισμό,
ο οποίος είχε ενεργό ρόλο εκπροσώπησης των Εβραίων στη Ρώμη, έγραψε σημαντικά
ιστορικά και φιλοσοφικά έργα, αλλά δεν αναφέρει τίποτα για τον Ιησού και τη
διδασκαλία του, ενώ περιγράφει στα έργα του μέχρι και ασήμαντες λεπτομέρειες
από τη ζωή των Ιουδαίων της εποχής του. Ο διακεκριμένος στωικός φιλόσοφος
Σενέκας που έζησε τον 1ο χριστιανικό αιώνα, αν και εκφράζει στα έργα του
φιλοσοφικές απόψεις που δεν διαφέρουν σημαντικά από αυτές του χριστιανισμού και
γι'; αυτό επαινείται από τους πατέρες Τερτυλλιανό και Ιερώνυμο, δεν κάνει στα
έργα του καμία αναφορά στον Ιησού και στους χριστιανούς, παρότι σχολιάζει
επιπτώσεις στην πολιτική της Ρώμης από διάφορα σημαντικά και ασήμαντα γεγονότα
της εποχής. Γι'; αυτό πιθανολογείται ότι, αυτό που καθιερώθηκε αργότερα ως
«χριστιανική διδασκαλία», έχει εμπλουτιστεί, μεταξύ άλλων, με υλικό από τη
φιλοσοφία του Σενέκα και όχι ότι ο Σενέκας απηχεί τις, έτσι κι αλλιώς ακόμα
αδιαμόρφωτες, χριστιανικές απόψεις.
Ο Ιώσηπος Φλάβιος
(Josephus Flavius, 37-100 μ.Χ.), στρατιωτικός και ιστορικός με αριστοκρατική
καταγωγή και θρησκευτική μόρφωση, έζησε στην Παλαιστίνη και αιχμαλωτίστηκε (67
μ.Χ.) από τους Ρωμαίους στον ιουδαϊκό πόλεμο που κατέληξε στην καταστροφή της
Ιερουσαλήμ (70 μ.Χ.) Στα βιβλία του «Πόλεμος των Ιουδαίων» και «Ιουδαϊκές
Αρχαιότητες» περιγράφει ο Ιώσηπος με λεπτομέρειες διάφορα περιστατικά από την
απώτερη και πρόσφατη ιστορία του λαού του, αναφέρεται σε διάφορες εβραϊκές
αιρέσεις κτλ., δεν κάνει όμως καμιά αναφορά σε χριστιανούς. Σε κάποιο σημείο
των «Ιουδαϊκών Αρχαιοτήτων» αναφέρεται όμως απρόσμενα και μάλλον επαινετικά στη
δραστηριότητα και τα θαύματα του Ιησού, τον οποίο αποκαλεί «μεσσία». Ο Ιησούς
αναφέρεται σε μία μόνο παράγραφο ως εξής (Flavium Testamentum):
Περίπου εκείνη την εποχή
ζούσε ο Ιησούς, ένας σοφός άνθρωπος, αν κάποιος μπορεί να τον πει άνθρωπο,
καθώς είχε πετύχει θαυμαστά κατορθώματα και ήταν ο δάσκαλος πολλών ανθρώπων που
διψούσαν για καινοτομίες. Πήρε με το μέρος του πολλούς από τους Εβραίους, αλλά
και πολλούς από τους Έλληνες. Ήταν ο Μεσσίας. Όταν ο Πιλάτος τον καταδίκασε
στον σταυρό, μετά από κατηγορία των αρχών μας (των Ιουδαίων), αυτοί που τον
αγάπησαν από την αρχή δεν σταμάτησαν να είναι προσκολλημένοι σ'; αυτόν. Την
τρίτη ημέρα εμφανίσθηκε σ'; αυτούς επανερχόμενος στη ζωή, καθώς οι ιερές
προφητείες είχαν προείπει γι'; αυτό και για μυριάδες άλλα θαυμαστά πράγματα που
αφορούσαν αυτόν. Και η φυλή (ομάδα) των χριστιανών, όπως ονομάσθηκαν μετά απ';
αυτόν, δεν έχει εξαφανισθεί μέχρι σήμερα.
Ωστόσο, η παραπάνω
παράγραφος θεωρείται ως μεταγενέστερη προσθήκη που έγινε κατά την αντιγραφή του
έργου του, επειδή:
1.
Η παραπάνω παράγραφος είναι άγνωστη (δεν αναφέρεται) από κανέναν χριστιανό
απολογητή του 2ου αιώνα μ.Χ. (Τερτυλλιανός, Ωριγένης, Ιουστίνος), ενώ
αναφέρεται για πρώτη φορά από τον χριστιανό απολογητή, πατέρα της
εκκλησιαστικής ιστορίας, Ευσέβιο Καισαρείας τον 3ο αιώνα μ.α.χ.χ. Έτσι, η
«παρεμβολή» αυτής της παραγράφου τοποθετείται μεταξύ 2ου - 3ου αιώνα μ.Χ. (για
την ακρίβεια πιστεύεται ότι την έκανε ο Ευσέβιος).
2.
Ο
χριστιανός απολογητής Ωριγένης (3ος αιώνας), πατέρας της χριστιανικής εκκλησίας, κατηγορεί σε κείμενό του τον Ιώσηπο ότι δεν
δέχεται πως ο Ιησούς ήταν ο αναμενόμενος μεσσίας της ιουδαϊκής θρησκείας, αν
και στην εξεταζόμενη παράγραφο υπάρχει η φράση «Ήταν ο Μεσσίας» («Κατά Κέλσου»,
Ι,47). Αντίθετα, ο Ευσέβιος που έζησε τον 4ο αιώνα, θεωρεί δεδομένη την αναφορά
του Ιώσηπου στον Ιησού ως μεσσία. Έτσι συμπεραίνεται ότι η προσθήκη στα γραπτά
του Ιώσηπου έγινε εκείνο το χρονικό διάστημα.
3.
Ο Ιώσηπος ήταν περιγραφικότατος για τις υπόλοιπες και μάλιστα ασήμαντες
προσωπικότητες της εποχής που περιγράφει στο έργο του και για τον λεγόμενο
Ιησού αφιερώνει μία μόνον παράγραφο.
4.
Ο Ιώσηπος ήταν φαρισαίος. Ένας φαρισαίος δεν ήταν δυνατόν να
αναγνωρίσει σ'; έναν άνθρωπο, που καταδικάσθηκε για παράβαση του Μωσαϊκού
Νόμου, τον Μεσσία.
5.
Η θέση της παραγράφου στο κείμενο δεν είναι σίγουρη. Ο Ευσέβιος
Καισαρείας («Εκκλησιαστική Ιστορία», ΙΙ, vi) την τοποθετεί πριν τις σημειώσεις
του Ιώσηπου που αφορούν τον Πόντιο Πιλάτο, ενώ σήμερα αυτή η παράγραφος είναι
μετά απ'; αυτές τις σημειώσεις.
Αξίζει να σημειωθεί ότι
επιφανείς χριστιανοί απολογητές (όπως ο καθηγητής Αγουρίδης) ΔΕΝ δέχονται την
παραπάνω παράγραφο ως ιστορική απόδειξη, καθώς είναι πασιφανέστατη η πλαστότητά
της.
Μία δεύτερη παράγραφος
(και τελευταία) που υπάρχει στο ίδιο έργο του Ιώσηπου και μπορεί να σχετίζεται
με το θέμα (βιβλίο 20, κεφ. 8 ), είναι:
...;έτσι αυτός (ο Άννας,
γιος του Άννα του ανωτάτου ιερέα) κάλεσε το δικαστήριο των Σανχεντρίν και έφερε
ενώπιον του τον αδελφό τού Ιησού, που λεγόταν Χριστός και του οποίου το όνομα
ήταν Ιάκωβος και μερικούς άλλους (ή κάποιους από τους συντρόφους του) και όταν
κατασκεύασε κάποια κατηγορία εναντίον τους, του παρέδωσε προς λιθοβολισμό.
Και αυτή η παράγραφος
θεωρείται ως μεταγενέστερη προσθήκη, αλλά πολύ πιο πριν από την πρώτη
παράγραφο, καθώς σ'; αυτήν αναφέρεται ο Ωριγένης, ενώ στην πρώτη και
σημαντικότερη όχι, επειδή:
1. Δεν αναφέρονται τα
ονόματα των υπολοίπων που υποτίθεται εμφανίσθηκαν στο δικαστήριο (θυμηθείτε ότι
ο Ιώσηπος είναι λεπτομερέστατος στο έργο του). Γενικά η παράγραφος δείχνει να
είναι «γραμμένη στο πόδι και φευγαλέα».
2.
Από μόνη της, η παράγραφος δεν στέκεται, καθώς η ιστορική αναφορά σ';
ένα σημαντικό πρόσωπο είναι πάντοτε ευθεία κι όχι έμμεση. Φαντασθείτε για
παράδειγμα, ένας ιστορικός να έκανε αναφορά όχι άμεσα στον Ναπολέοντα, αλλά
έμμεσα μέσω της Ιωσηφίνας. Έτσι, η απόρριψη της πρώτης παραγράφου, οδηγεί
αναγκαστικά και στην απόρριψη αυτής.
Ενισχυτικός παράγοντας
είναι το γεγονός πως ο Ιώσηπος δεν είχε βαπτιστεί ποτέ Χριστιανός, ενώ αν
πράγματι πίστευε όλα τα προαναφερθέντα θα έπρεπε οπωσδήποτε να έχει προσχωρήσει
στη νέα αυτή πίστη. Είναι πάντως αλήθεια ότι ο Ιώσηπος αναφέρει πως την εποχή
του δρούσαν στην Ιουδαία μια σειρά από υποψήφιους Μεσσίες, κάποιος από τους
οποίους πιθανόν να αποτέλεσε τη βάση για την κατασκευή της χριστιανικής
μυθολογίας ...;
Ο ιστορικός Κορνήλιος
Τάκιτος (Publius Cornelius Tacitus, ~56-115/120), για τον οποίο υπάρχουν μόνο
διάσπαρτες πληροφορίες, αναφέρεται στο βιβλίο του «Χρονικά» με εχθρικό ύφος
στους χριστιανούς, πράγμα που σημαίνει ότι κατά το δεύτερο χριστιανικό αιώνα
είχαν ήδη συγκροτηθεί και ήταν υπολογίσιμες οι ομάδες οπαδών του χριστιανισμού,
οι οποίοι διαμόρφωσαν σταδιακά και την ιστορία του Ιησού. Τα κείμενα του
Τάκιτου που γνωρίζουμε σήμερα, είναι αντίγραφα που έγιναν από μοναχούς, στο
διάστημα 9ος-11ος αιώνας μ.Χ. και από τα συγγράμματα αυτά λείπει η εξιστόρηση
των γεγονότων της περιόδου από το έτος 28 μέχρι το έτος 34 μ.Χ., δηλαδή μιας
πολύ σημαντικής περιόδου για το χριστιανισμό. Άρα, δεν είναι διαθέσιμη κάποια
έγκυρη έκδοση αυτών των κειμένων. Πιθανόν μέρος των χειρογράφων του Τάκιτου να
είχε καταστραφεί ήδη από τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους, επειδή οι
περιγραφές του δεν ταίριαζαν στις μυθοπλασίες που διαμορφώθηκαν στα πλαίσια της
συγκροτούμενης θρησκείας.
Η αναφορά που γίνεται στα «Χρονικά» (15.44) είναι η εξής:
Η αναφορά που γίνεται στα «Χρονικά» (15.44) είναι η εξής:
...;το όνομά τους (των
χριστιανών) προέκυψε από τον Χριστό, ο οποίος επί βασιλείας Τιβέριου,
θανατώθηκε με καταδικαστική απόφαση του Έπαρχου Πόντιου Πιλάτου.
(συνεχίζεται...)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου