UpGraph

Τρίτη 31 Μαΐου 2016
ΠΟΡΝΟΔΟΞίΑ$$ πουτΑΝΑΓΝΩ$ΜΑ - Ιησούς Χριστός... η μεγαλύτερη απάτη της ανθρωπότητας (μέρος 7)
Μέρος Έβδομο
(συνέχεια...)
Η ανύπαρκτη πόλη Ναζαρέτ
Ένα άλλο μυστήριο
αποτελεί η πόλη Ναζαρέτ, από την οποία λέγεται ότι καταγόταν ο Ιησούς. Η
προσαγόρευση Ναζωραίος για τον Ιησού αναφέρεται στην Καινή Διαθήκη δώδεκα
φορές. Για παράδειγμα, στο Ματθαίος 2,23 αναγράφεται:
...;και ελθών κατώκησεν
εις πόλιν λεγόμενην Ναζαρέτ, όπως πληρωθεί το ρηθέν δια των προφητών, ότι
Ναζωραίος κληθήσεται.
Επίσης, στο σταυρό που
θανατώθηκε υπήρχε η επιγραφή «Ιησούς Ναζωραίος Βασιλεύς των Ιουδαίων» (Ιωάννης
19,19)! Πέρα απ'; αυτό, ως Ναζωραίος αναφέρεται και ο ληξιαρχικός πατέρας του
Ιησού, ο Ιωσήφ. Όμως μια πόλη της Παλαιστίνης και συγκεκριμένα της Γαλιλαίας με
το όνομα Ναζαρέτ δεν υπήρξε ποτέ πριν και κατά τη διάρκεια της ζωής του Ιησού
και παρουσιάζεται για πρώτη φορά μέσα από τα ευαγγέλια. Η πόλη αυτή φαίνεται να
«ιδρύθηκε» από τους χριστιανούς θεολόγους.
Σύγχρονοί μας ιστορικοί
συμφωνούν ότι η έλλειψη αναφοράς σε πόλη με όνομα Ναζαρέτ στα κείμενα της
Παλαιάς Διαθήκης, στο Ταλμούδ, όπως επίσης και στα έργα του Ιώσηπου οδηγεί στο
συμπέρασμα ότι κατά την εποχή του Ιησού δεν υπήρχε πόλη με όνομα Ναζαρέτ!
Στα ιστορικά έργα του
Ιώσηπου Φλάβιου, ο οποίος ήταν αρχιστράτηγος των γαλιλαιϊκών στρατευμάτων στην
εξέγερση κατά της Ρώμης και ο οποίος, όπως προαναφέρθηκε, συνελήφθη και
κρατήθηκε αιχμάλωτος από το έτος 67 μ.Χ., δεν αναφέρεται πουθενά αυτή η πόλη,
αν και τα στρατεύματά του στρατοπέδευαν στην περιοχή της σημερινής Ναζαρέτ.
Κατά τις συγκρούσεις για την κατάληψη της γειτονικής πόλης Sepphoris, η οποία
απείχε μερικά χιλιόμετρα από τον οικισμό που ονομαζόταν αργότερα Ναζαρέτ,
έπρεπε να αποτελεί αυτή η Ναζαρέτ από στρατηγικής σκοπιάς σημείο οπισθοχώρησης
ή στρατοπέδευσης των στρατευμάτων του. Μία πόλη Garis, 5 χλμ. νοτιοανατολικά
της Sepphoris, που δεν υπάρχει πια και αναφέρεται πράγματι από τον Ιώσηπο
(Βιβλίο 3, Κεφάλαιο 6,3) ως τοποθεσία του στρατοπέδου του, βρίσκεται ακριβώς
στη θέση που υπάρχει η μεταγενέστερα αναφερόμενη Ναζαρέτ. Συμπεραίνουμε λοιπόν
ότι μέχρι το 70 μ.Χ. δεν φαίνεται να υπήρχε κατ'; όνομα μια πόλη Ναζαρέτ.
Αλλά και στους
προηγούμενους αιώνες, στην π.Χ. εποχή, πουθενά δεν υπάρχει αναφορά στην πόλη
Ναζαρέτ. Στην Παλαιά Διαθήκη, η οποία αποτελεί την πολιτική και θρησκευτική
ιστορία του ιουδαϊκού λαού, γίνεται αναφορά σε χιλιάδες πόλεις, χωριά και
οικισμούς, πολλά ονόματα που έπαψαν να αναφέρονται κατά τη μεταγενέστερη εποχή.
Όμως, σε κανένα σημείο της Π.Δ. δεν αναφέρεται κάποιος οικισμός που θα μπορούσε
να ταυτιστεί κατ'; όνομα ή λόγω ιστορικών γεγονότων με την πόλη που ονομάστηκε
Ναζαρέτ. Άρα τυχόν εικασίες ότι μπορεί να υπήρχε παλαιότερα το όνομα Ναζαρέτ,
να περιέπεσε για δεκαετίες ή και αιώνες στη λήθη και να επανήλθε αργότερα, δεν
ευσταθούν.
Το Ταλμούδ, μια συλλογή
ιουδαϊκών νόμων που γράφτηκε μετά τα χριστιανικά ευαγγέλια (3ος αι.), αναφέρει
πολλούς μικρούς και μεγάλους γαλιλαιϊκούς οικισμούς, αλλά ούτε μία φορά τη
Ναζαρέτ. Γενικότερα, ουδείς ιστορικός ή άλλος συγγραφέας, πριν ή λίγο μετά τον Ιησού,
αναφέρει ποτέ το όνομα αυτής της πόλης. Η μόνη «πηγή» που «ιδρύει» και
περιγράφει τη Ναζαρέτ, είναι η χριστιανική παράδοση, στην οποία αναφέρεται
ακόμα ότι εκεί υπήρχε και συναγωγή, άρα θα έπρεπε να είναι ένας μεγαλύτερος
οικισμός και όχι μια μικρή ομάδα κατοικιών ή ένας σταθμός αγροτικής παραγωγής.
Παραμένει λοιπόν ανεξήγητο, πώς είναι δυνατόν να υπήρχε στο σταυρό του Ιησού
επιγραφή που αναφερόταν σε μια πόλη, η οποία δεν υπήρχε καν εκείνη την εποχή ή
πριν από αυτήν. Και πώς αναφέρεται αυτή η πόλη στα ευαγγέλια που λέγεται ότι
γράφτηκαν μέσα στον 1ο αιώνα αλλά δεν αναφέρεται στο Ταλμούδ που γράφτηκε δύο
αιώνες αργότερα ...;
Από πού λοιπόν προέκυψε
ο όρος «Ναζωραίος»;
Κατά μία
«αιρετική» εκδοχή ο χαρακτηρισμός Ναζωραίος (ή αλλιώς Ναζιραίς ή Ναζιραίος) σήμαινε
στα εβραϊκά ο «κεχρισμένος». Επειδή όμως οι θεόπνευστοι πατέρες του
χριστιανισμού δεν κατανοούσαν αυτή τη σημασία, νόμισαν ότι ήταν προσδιορισμός
με τοπική-εθνική σημασία και «κατασκεύασαν» μια πόλη Ναζαρέτ. Τότε όμως, πώς
αναφέρεται ο Ματθαίος στην πόλη Ναζαρέτ που κατοίκησε ο Ιησούς;
Μια ενδιαφέρουσα
ερμηνεία μας δίνει ο ίδιος ο Ευσέβιος Καισαρείας. Ο Ευσέβιος (256-340 μ.Χ)
γράφει ότι:
...;το ναζέρ, έλαιον
αλείματος είναι ...; το ναζέρ κατά τους Εβδομήκοντα «άγιον» σημαίνει ...; το
Ναζιραίων δε όνομα τον άγιο σημαίνει. Οι παλαιοί ιερείς (προφανώς Εβραίοι) δι
ελαίου, ναζέρ καλουμένου χριώμενοι, εκ του ναζέρ παραγόμενο, εκαλούντο
Ναζιραίοι.
...;Ο δε Κύριος ημών (ο
Ιησούς δηλαδή) του Ναζιραίου τον τίτλο έλαβε όχι εκ του ναζέρ ελαίου, αλλά ως
τη φύσει τοιούτος ονομάσθηκε Ναζωραίος απ'; τη Ναζαρά όπου ανετράφη. Όπως λέει
και ο Ματθαίος ελθών κατώκοισεν εις πόλιν λεγομένην Ναζαρά, διά να εκπληρώση το
ρηθέν Ναζωραίος κληθήσεται.
(Ευσέβιος, Ευαγγελικής
αποδείξεως 7.2.48-50)
Αυτό που καταλαβαίνει
κανείς απ'; όλα αυτά, είναι ότι, ο Ευσέβιος, που μοιάζει να ξέρει καλά τα
εβραϊκά (σήμερα θεωρείται αγνώστου καταγωγής) τα έχει μπερδέψει τελείως, αφού
από τη μια κάνει πλήρη ανάλυση του «ναζέρ» και των «Ναζιραίων» και λέει ότι ο
Ιησούς ήταν εκ του φυσικού του Ναζιραίος (χρισμένος) και μετά προσθέτει και την
ανύπαρκτη Ναζαρά για να δικαιολογήσει προφανώς τις ανοησίες του Ματθαίου ...;
Ο Ιησούς ως μέλος της
τριαδικής θεότητας
Ένα άλλο ζήτημα
προβληματισμού είναι, πως προέκυψε η «κατασκευή» για τον τριαδικό θεό, με τον
Ιησού στη θέση του γιου, η οποία πουθενά δεν αναφέρεται ρητά, ούτε στην Παλαιά
Διαθήκη ούτε στα Ευαγγέλια, αλλά συνάγεται από διάφορες διατυπώσεις, οι οποίες
με την προσφιλή στους θεολόγους μέθοδο της ερμηνευτικής μπορούν να πάρουν και
την ακριβώς αντίθετη σημασία. Γεγονός είναι ότι τα περί τριαδικότητας αποτελούν
μεταγενέστερη επινόηση των εκκλησιαστικών «πατέρων», αρχικά του Αθηναγόρα και
του Τερτυλλιανού.
Η μόνη λογική εξήγηση
για τη δημιουργία του «τριαδικού» θεού που είναι μεν ένας, αλλά έχει τρεις
υποστάσεις, ό,τι κι αν σημαίνει αυτό, πρέπει να οφείλεται σε αντιγραφή από
ανταγωνιστικές θρησκείες των πρώτων χριστιανικών αιώνων, οι οποίες είχαν
επικεφαλής επίσης πλειάδα θεϊκών μορφών. Με αυτό τον τρόπο, ο χριστιανισμός
παρουσιαζόταν προς τους Ιουδαίους ως μονοθεϊστική θρησκεία, αλλά προς τους
εθνικούς ως πολυθεϊστική και γινόταν έτσι ελκυστική και πολυσυλλεκτική.
Για παράδειγμα, στο
αρχαιοελληνικό δωδεκάθεο παρουσιάζεται η τριάδα Δίας, Ήρα και θυγατέρα Αθηνά.
Στην κέλτικη θρησκεία η θεά Morrigan έχει τρεις μορφές: αγάπη, γονιμότητα και
θάνατος. Στον ινδουισμό εκφράζεται μια τριαδικότητα με την Trimurti, την
ενότητα των τριών υποστάσεων του δημιουργού (βράχμα), προστάτη (βίσνου) και
καταστροφέα (σίβα). Τέλος, στην επίσης πολύ παλαιότερη από το χριστιανισμό
αιγυπτιακή θρησκεία υπήρχε ο θεός πατέρας Όσιρις, η θεά μητέρα Ίσις, σύζυγος
του Όσιρι και το παιδί τους, ο Ώρος, ο οποίος ήταν πτηνό, όπως το χριστιανικό
«άγιο πνεύμα». Στην αιγυπτιακή θρησκεία το πτηνό ήταν, όμως, γεράκι, το οποίο
παίζει σημαντικό ρόλο στη μυθολογία και την κοινωνική ζωή των λαών της βόρειας
Αφρικής και της Εγγύς Ανατολής.
Απουσία θηλυκής θεότητας
και η δημιουργία της Παναγίας
Αυτή η εισαγωγή της τριαδικότητας από τους εκκλησιαστικούς πατέρες δημιούργησε όμως, πέρα από τις πολλαπλές αιρέσεις και συγκρούσεις, ακόμα μέχρι το 19ο αιώνα και σήμερα ίσως, συμπληρωματικά προβλήματα: Οι εθνικές θρησκείες είχαν πάντα και μια θηλυκή θεότητα, η οποία «φρόντιζε» για τα θέματα της γυναικείας απασχόλησης στις αρχαίες κοινωνίες και μέχρι σήμερα, τη μητρότητα, την οικογένεια, την υγεία κ.ά. Τέτοιες θεότητες ήταν η περσική Εκάτη, η αιγυπτιακή Ίσις, οι ελληνικές θεότητες Ήρα, Αθηνά, Αφροδίτη κ.ο.κ., των οποίων η λατρεία ήταν πολύ διαδεδομένη στις περιοχές της ανατολικής Μεσογείου και στις οποίες είχαν αφιερωθεί εντυπωσιακοί ναοί.
Αυτή η εισαγωγή της τριαδικότητας από τους εκκλησιαστικούς πατέρες δημιούργησε όμως, πέρα από τις πολλαπλές αιρέσεις και συγκρούσεις, ακόμα μέχρι το 19ο αιώνα και σήμερα ίσως, συμπληρωματικά προβλήματα: Οι εθνικές θρησκείες είχαν πάντα και μια θηλυκή θεότητα, η οποία «φρόντιζε» για τα θέματα της γυναικείας απασχόλησης στις αρχαίες κοινωνίες και μέχρι σήμερα, τη μητρότητα, την οικογένεια, την υγεία κ.ά. Τέτοιες θεότητες ήταν η περσική Εκάτη, η αιγυπτιακή Ίσις, οι ελληνικές θεότητες Ήρα, Αθηνά, Αφροδίτη κ.ο.κ., των οποίων η λατρεία ήταν πολύ διαδεδομένη στις περιοχές της ανατολικής Μεσογείου και στις οποίες είχαν αφιερωθεί εντυπωσιακοί ναοί.
Η χριστιανική θρησκεία
είχε ένα θεό απροσδιόριστου φύλου, ο οποίος όμως εκδηλώνεται κατά γενική
αντίληψη ως άντρας, ένα υιό αρσενικό και το πνεύμα που είναι ουδέτερο. Τίποτα
θηλυκό, ίσως και λόγω του παραδοσιακού μισογυνισμού των «πατέρων». Όποτε είχε
τεθεί το πρόβλημα της απουσίας θηλυκής θεότητας, κάθε πρόταση είχε απορριφθεί
από τους μεγάλους εκκλησιαστικούς «πατέρες», για διάφορους λόγους.
Τελικά, στην Οικουμενική
Σύνοδο της Εφέσου (431 μ.Χ.) αποφασίστηκε να ανακηρυχθεί η μητέρα του Ιησού,
Μαρία, ως «παναγία και υπεραγία θεοτόκος», την οποία όμως ο Ιωάννης Χρυσόστομος
(345-407 μ.Χ.) μόνο ως «χριστοτόκο» δεχόταν να αναγνωρίσει. Αυτή η επιλογή με
την εισαγωγή θηλυκής θεότητας προκάλεσε νέες αντιδικίες, συγκρούσεις και
αιρέσεις, πολλές από τις οποίες διαρκούν μέχρι των ημερών μας!
Σταδιακά αποδόθηκαν δε
όλες οι υπερφυσικές ικανότητες των προχριστιανικών θηλυκών θεοτήτων στη μητέρα
του Ιησού. Για παράδειγμα, κοντά στο ιερό της Αφροδίτης στη Βραυρώνα Αττικής, η
οποία Αφροδίτη «γιάτρευε» τα ασθενή παιδιά, δημιουργήθηκε εδώ και πολλούς
αιώνες και υπάρχει μέχρι σήμερα ανακαινισμένη μια εκκλησία της «Παναγίας
γιάτρισσας». Αντίστοιχα έχουν γίνει κοντά ή πάνω σε όλα τα αρχαία ιερά.
(συνεχίζεται...)
Δευτέρα 30 Μαΐου 2016
ΠΟΡΝΟΔΟΞίΑ$$ πουτΑΝΑΓΝΩ$ΜΑ - Ιησούς Χριστός... η μεγαλύτερη απάτη της ανθρωπότητας (μέρος 6)
Μέρος Έκτο
(συνέχεια...)
Το αστέρι της Βηθλεέμ
Το άστρο της Βηθλεέμ,
που κατά τη παράδοση καθοδήγησε τους μάγους στο Θείο Βρέφος, είναι μια γνωστή
και ισχυρή ιστορία για τους Χριστιανούς. Αλλά ποια εξήγηση δίνουν οι επιστήμονες
για αυτό το φαινόμενο;
Η ιστορική έρευνα προτείνει ότι είναι πιθανόν η Γέννηση του Ιησού να έγινε το έτος 7 π.Χ. όταν κατέφθασε στην αυλή του βασιλιά Ηρώδη μια ομάδα σοφών, αστρολόγων και ιερέων που τους ονόμαζαν Μάγους. Οι Μάγοι κατά τον Ηρόδοτο ήταν ιερείς μιας μορφής Ζωροαστρισμού, στην Περσία, που ασχολούνταν με τον αποκρυφισμό, ιδιαιτέρως με την αστρολογία. Ενώ κατά τον Κέπλερ ήταν Χαλδαίοι, από εκεί που γεννήθηκε η αστρολογία. Επίσης άλλοι αναφέρουν πως οι Μάγοι ήρθαν από την Αίγυπτο.
Η ιστορική έρευνα προτείνει ότι είναι πιθανόν η Γέννηση του Ιησού να έγινε το έτος 7 π.Χ. όταν κατέφθασε στην αυλή του βασιλιά Ηρώδη μια ομάδα σοφών, αστρολόγων και ιερέων που τους ονόμαζαν Μάγους. Οι Μάγοι κατά τον Ηρόδοτο ήταν ιερείς μιας μορφής Ζωροαστρισμού, στην Περσία, που ασχολούνταν με τον αποκρυφισμό, ιδιαιτέρως με την αστρολογία. Ενώ κατά τον Κέπλερ ήταν Χαλδαίοι, από εκεί που γεννήθηκε η αστρολογία. Επίσης άλλοι αναφέρουν πως οι Μάγοι ήρθαν από την Αίγυπτο.
Όταν έφθασαν στην
Ιουδαία η παράδοση αναφέρει πως έψαχναν αυτόν που γεννήθηκε σαν Βασιλιάς των
Ιουδαίων για να τον προσκυνήσουν. Η εξήγηση που έδωσαν ήταν ότι είχαν δει ένα
άστρο στην Ανατολή.
Το άστρο της Βηθλεέμ
αναφέρεται μόνο από τον Ευαγγελιστή Ματθαίου. Κατά αυτόν δεν ήταν ένα έντονο
φως στον ουρανό, αλλά ήταν ένα διακριτικό σημάδι, μήνυμα μόνο για εκείνους που
έψαχναν. Το άστρο της Βηθλεέμ αναφέρεται επίσης και σε ένα μη-βιβλικό κείμενο
το «Πρωτευαγγέλιο» του Αγίου Ιακώβου.
Εδώ όμως η
περιγραφή του άστρου είναι πολύ διαφορετική: «Και οι μάγοι είπαν: Είδαμε πώς
ένα απερίγραπτα μεγαλύτερο αστέρι από αυτά που βρίσκονται στον ουρανό έλαμψε
τόσο, που το φως των αστεριών δεν μπορούσε να φανεί πλέον».
Η εξήγηση για την
διαφορά μεταξύ των δύο αναφορών, μπορεί να βρίσκεται στην ανάγκη να συνδέσει ο
συγγραφέας του «Πρωτευαγγελίου», τον Μεσσία με ένα μεγάλο αστέρι πιστεύοντας
ότι, χωρίς ένα μεγάλο αστέρι, δεν θα μπορούσε να υπάρξει ο ερχομός κανενός
Μεσσία.
Ο σοφός Ωριγένης
ήταν ο πρώτος που συνέδεσε την εμφάνιση του άστρου με κάτι το φυσικό.
Παραδείγματος χάριν με την εμφάνιση ενός τεράστιου κομήτη.
Το άστρο έπρεπε να έχει
εμφανιστεί πριν πεθάνει ο Βασιλιάς Ηρώδης, που επί των ημερών του έγινε η
Γέννηση. Η ιστορία μας καθορίζει το θάνατο του πριν από την 11η Απριλίου του 4
π.Χ.. Γνωρίζουμε επίσης ότι ο λόγος για τον οποίο ο Ιωσήφ και η Παναγία είχαν
ταξιδέψει από τη Ναζαρέτ στη Βηθλεέμ ήταν η απογραφή, η οποία θεσπίστηκε από το
Ρωμαίο Αυτοκράτορα Αύγουστο περίπου το 8 π.Χ..
Ο Ιησούς όμως
πρέπει να ήταν περίπου δύο χρονών όταν διέταξε ο Ηρώδης να σφαγιαστούν τα
παιδιά κάτω από 2 χρονών. Άρα αν ο Ιησούς γεννήθηκε κατά την εποχή του Ηρώδη
αυτό πρέπει να έγινε περίπου το 6 π.Χ.. Άλλωστε αναφέρεται πως οι Μάγοι πήγαν
να προσκυνήσουν εκεί που βρισκόταν «παιδίον» κι όχι το «βρέφος».
Μια άλλη ένδειξη για τη
χρονολογία είναι ότι η άφιξη των Μάγων αποτέλεσε μεγάλη έκπληξη στον Ηρώδη.
Αυτό δείχνει ότι οι σύμβουλοί του δεν είχαν δει το άστρο.
Κάτι που πρέπει να
παρατηρήσουμε επίσης είναι ότι οι Μάγοι είπαν ότι είδαν το άστρο στην Ανατολή.
Αυτό όμως μπορεί να είναι ένα λάθος στη μετάφραση από το «εν τη ανατολή», που
είναι μια φράση η οποία έχει μια ειδική αστρονομική σημασία. Σημαίνει ότι το
αστέρι ήταν ψηλά στον Ουρανό όλη τη νύχτα. Ανέτειλε όπως ο ήλιος και στάθηκε
όπως ο ήλιος.
Αυτό είναι μια από τις
πέντε κύριες αστρολογικές θέσεις των Βαβυλωνίων, όταν θεωρήθηκε ότι έτσι
συνέβαινε για να έχει ένα ουράνιο σώμα τη μέγιστη επιρροή του στα παγκόσμια
γεγονότα.
Στο Ματθαίο έχουμε ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα για την ερμηνεία του άστρου της Βηθλεέμ. Οι Μάγοι είπαν ότι το άστρο «πήγε πριν από αυτούς» και στάθηκε πάνω από εκεί όπου γεννήθηκε ο Ιησούς. Αυτό δεν μπορούμε εύκολα να εξηγήσουμε.
Στο Ματθαίο έχουμε ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα για την ερμηνεία του άστρου της Βηθλεέμ. Οι Μάγοι είπαν ότι το άστρο «πήγε πριν από αυτούς» και στάθηκε πάνω από εκεί όπου γεννήθηκε ο Ιησούς. Αυτό δεν μπορούμε εύκολα να εξηγήσουμε.
Έτσι έχουν οι
ενδείξεις και οι αναφορές. Υπάρχει όμως κάτι αντικειμενικό που να μας δίνει μια
ικανοποιητική εξήγηση για τα γεγονότα;
Ο Γιόχαν Κέπλερ
(Johannes Kepler), ο τελευταίος εκ των των μεγάλων αστρολόγων και συγχρόνως
αστρονόμος, πίστευε επίσης ότι μια σύνοδος, μια προσέγγιση Δία και Κρόνου, ήταν
το αστέρι της Βηθλεέμ.
Τα Χριστούγεννα του 1603 μ.Χ., από το παρατηρητήριό του στην πόλη Hradcyn κοντά στην Πράγα, είδε πάλι τον Δία και τον Κρόνο να κάνουν πάλι σύνοδο στον ουρανό. Ο Κέπλερ ήταν γοητευμένος επειδή η σύνοδος έγινε στον αστερισμό των Ιχθύων, ένας αστερισμός με ειδική σημασία για το Ισραήλ. Είναι αξιοσημείωτο ότι οι τελευταίες φορές που είχε συμβεί η σύνοδος αυτή ήταν το 799 μ.Χ. και το 7 π.Χ.
Ακόμη και ο Τύχων Μπράχε έχει την ίδια άποψη με τον Κέπλερ.
Μπορούμε να υπολογίσουμε πότε συνέβη σύνοδος του Δία και του Κρόνου ανάμεσα στο 8 και στο 7 π.Χ. και βλέπουμε ότι ο Δίας και ο Κρόνος ήρθαν σε στενή επαφή στον Ουρανό τρεις φορές. Στις 27 Μαΐου του 7 π.Χ., σταμάτησαν απέχοντας απόσταση μία μοίρα και δύο μήνες αργότερα ήταν σε απόσταση 3 μοιρών.
Τα Χριστούγεννα του 1603 μ.Χ., από το παρατηρητήριό του στην πόλη Hradcyn κοντά στην Πράγα, είδε πάλι τον Δία και τον Κρόνο να κάνουν πάλι σύνοδο στον ουρανό. Ο Κέπλερ ήταν γοητευμένος επειδή η σύνοδος έγινε στον αστερισμό των Ιχθύων, ένας αστερισμός με ειδική σημασία για το Ισραήλ. Είναι αξιοσημείωτο ότι οι τελευταίες φορές που είχε συμβεί η σύνοδος αυτή ήταν το 799 μ.Χ. και το 7 π.Χ.
Ακόμη και ο Τύχων Μπράχε έχει την ίδια άποψη με τον Κέπλερ.
Μπορούμε να υπολογίσουμε πότε συνέβη σύνοδος του Δία και του Κρόνου ανάμεσα στο 8 και στο 7 π.Χ. και βλέπουμε ότι ο Δίας και ο Κρόνος ήρθαν σε στενή επαφή στον Ουρανό τρεις φορές. Στις 27 Μαΐου του 7 π.Χ., σταμάτησαν απέχοντας απόσταση μία μοίρα και δύο μήνες αργότερα ήταν σε απόσταση 3 μοιρών.
Ακολούθως έκαναν
σύνοδο δύο περισσότερες φορές, απέχοντας 1 μοίρα στις 6 Οκτωβρίου και στις 1
Δεκεμβρίου του 7 π.Χ. προτού να απομακρυνθούν οριστικά ο ένας από τον άλλον.
Ήταν αυτό που οι αστρονόμοι καλούν τριπλή σύνοδος. Ένα αστρονομικό γεγονός που
συμβαίνει κάθε 20 χρόνια, έγινε τρεις φορές σε λίγους μήνες.
Στις 25 Φεβρουαρίου μάλιστα συμμετείχε στη σύνοδο Δία-Κρόνου και ο Άρης σχηματίζοντας ένα ισοσκελές τρίγωνο. Αυτό μάλλον ήταν που έκανε τους μάγους να υποθέσουν τη γέννηση ενός Βασιλιά. Μάλιστα αν σκεφθούμε ότι έγιναν στο ζώδιο των Ιχθύων, το σύμβολο των Εβραίων και των Χριστιανών αργότερα, αυτό μάλλον έκανε τους μάγους να συνδέσουν την εμφάνιση των άστρων με το Βασιλιά των Ιουδαίων.
Στις 25 Φεβρουαρίου μάλιστα συμμετείχε στη σύνοδο Δία-Κρόνου και ο Άρης σχηματίζοντας ένα ισοσκελές τρίγωνο. Αυτό μάλλον ήταν που έκανε τους μάγους να υποθέσουν τη γέννηση ενός Βασιλιά. Μάλιστα αν σκεφθούμε ότι έγιναν στο ζώδιο των Ιχθύων, το σύμβολο των Εβραίων και των Χριστιανών αργότερα, αυτό μάλλον έκανε τους μάγους να συνδέσουν την εμφάνιση των άστρων με το Βασιλιά των Ιουδαίων.
Για τους αστρολόγους της
εποχής εκείνης τα γεγονότα αυτά ήταν εκπληκτικά. Ο Κρόνος ταυτιζόταν συνήθως με
το Θεό του Ισραήλ και ο Δία με το Μεσσία. Είχαν ενωθεί στον αστερισμό των
Ιχθύων (σημειώστε το «ΙΧΘΥΣ», αργότερα σήμαινε το Χριστό), το σημάδι του νερού.
Και το νερό πέφτει στη Γη και την καθιστά εύφορη. Κάτι που θεωρήθηκε ότι ήταν ο
ρόλος του Ισραήλ μεταξύ των εθνών.
Και κάτι
εκπληκτικό. Η ιστορία μας λέει ότι το υπέρλαμπρο άστρο σταμάτησε να φαίνεται
για λίγο καιρό, όταν οι Μάγοι βάδιζαν προς την Ιερουσαλήμ για να εμφανιστεί
λίγο αργότερα, οδηγώντας τους στη Φάτνη. Έτσι η σύνοδος του Δία-Κρόνου που
αρχικά εμφανίστηκε, εξαφανίστηκε και ύστερα επανεμφανίστηκε ίσως είναι το άστρο
της Βηθλεέμ και το άστρο της Ανατολής.
Εάν ο Ιησούς
γεννήθηκε το 7 π.Χ., όπως πολλοί θεωρούν σωστό, και εάν η θεωρία συνόδου είναι
σωστή τότε αυτό δείχνει τη Γέννηση του Ιησού τον Αύγουστο ή το Σεπτέμβριο. Δεν
έχουμε κανέναν τρόπο να είμαστε βέβαιοι για την ακριβή ημέρα αλλά θα μπορούσαμε
να πάρουμε την ημέρα κατά την οποία ο Δίας και ο Κρόνος όταν ήταν στον ουρανό
όλη η νύχτα.
Αυτό έγινε την Τρίτη 15
Σεπτεμβρίου του 7 π.Χ.
Η ημερομηνία αυτή
αντιστοιχεί στον εβραϊκό μήνα Τισρί, (κρατάει από τα μέσα Σεπτεμβρίου έως στις
αρχές του Οκτωβρίου). Αν κοιτάξουμε τις Γραφές ο Ζαχαρίας (πατέρας του Ιωάννη
του Πρόδρομου) ήταν ιερέας και συνάντησε τον αρχάγγελο Γαβριήλ τις ημέρες της
εφημερίας του στον Ναό (δηλαδή στην εποχή του Ταμμούζ (Ιούνιο-Ιούλιο). Μετά την
υπηρεσία του, η στείρα γυναίκα του, η Ελισάβετ, συνέλαβε - όπως προανήγγειλε ο
αρχάγγελος - τον Ιωάννη τον Πρόδρομο. Τον έκτο μήνα της εγκυμοσύνης της
Ελισάβετ, πιθανώς τον μήνα Τεμπέθ (Δεκέμβριος-Ιανουάριος), ο αρχάγγελος Γαβριήλ
ανήγγειλε και στην Παρθένο Μαρία ότι πρόκειται να γίνει μητέρα του Υιού του
Θεού, γεγονός που συνέβη 9 μήνες αργότερα, πιθανώς τον μηνά Τισρί, δηλαδή τον
Σεπτέμβριο, που ίσως είναι ο μήνας γέννησης του Χριστού.
(συνεχίζεται...)
Παρασκευή 27 Μαΐου 2016
ΠΟΡΝΟΔΟΞίΑ$$ πουτΑΝΑΓΝΩ$ΜΑ - Ιησούς Χριστός... η μεγαλύτερη απάτη της ανθρωπότητας (μέρος 5)
Μέρος Πέμπτο
Ο Παύλος, ένας ακόμη «αυτόπτης Μάρτυρας του Ιησού», που δεν είδε, ούτε άκουσε τίποτε!
(συνέχεια...)
Ο Παύλος, ένας ακόμη «αυτόπτης Μάρτυρας του Ιησού», που δεν είδε, ούτε άκουσε τίποτε!
Πληροφορούμαστε
από τις «Πράξεις» ότι η αρχική ιδιότητα του Αγίου Παύλου ήταν αυτή του «Σαύλου,
του διώκτη των Χριστιανών». Ακόμη κι αν ο Σαύλος ήταν πράγματι ζηλωτής του
Ορθόδοξου Ιουδαϊσμού την περίοδο του λιθοβολισμού του Στεφάνου, (Πράξεις 7,58-8,3)
και αναδείχθηκε ως ο αρχιδιώκτης των Χριστιανών, δεν μπορούμε να μην
αναρωτηθούμε που ήταν ο Σαύλος, λίγο νωρίτερα, όταν ο φερόμενος ριζοσπάστης
ραβίνος ονομαζόμενος Ιησούς ξεσήκωνε πόλεις και χωριά;
Ο ρόλος του θρησκευτικού
αστυνόμου στον Παύλο δεν φαίνεται να αφυπνίστηκε μέχρι τις παραμονές του
θανάτου του θεανθρώπου. Αυτή καθ'; αυτή η διαπίστωση οδηγεί στο συμπέρασμα ότι
η εμφάνιση του Ιησού από την Ναζαρέτ δεν ήταν κάτι ιδιαίτερα εντυπωσιακό. Εν
πάση περιπτώσει, ο Σαύλος ήταν σύγχρονος και συντοπίτης του Ιησού, μεγάλωσε στα
Ιεροσόλυμα (στα πόδια του Γαμαλιήλ- Πράξεις 22,3) την ίδια ακριβώς περίοδο που
ο θεάνθρωπος ανέτρεπε τους πάγκους των εμπόρων στον περίβολο του ναού και
γενικά προκαλούσε Φαρισαίους και Σαδδουκαίους .
Κι αν τα πράγματα ήταν έτσι,
δεν θα διέσχιζε ο Σαύλος, αυτός ο νεαρός θερμοκέφαλος θρήσκος, τα πλήθη για να
στριμώξει με ερωτήσεις, να αποδοκιμάσει και να επιτεθεί στον ίδιο τον Ναζωραίο;
Δεν θα ταν ένας ενθουσιώδης μάρτυς κατηγορίας για βλασφημία του Ιησού ενώπιον
του Συνεδρίου; Και επί τέλους που ήταν κατά την «εβδομάδα των παθών»; Σίγουρα
στα Ιεροσόλυμα μαζί με άλλους ζηλωτές γιορτάζοντας την ιερότερη των εορτών. Και
παρόλα αυτά στα γραπτά του δεν αναφέρει λέξη για την σταύρωση ...;
Πότε γεννήθηκε, αν
γεννήθηκε ο Χριστός;
Για πολλούς είναι
αυτονόητο το ότι ο Ιησούς γεννήθηκε το έτος 0. Κι όμως δεν είναι έτσι τα
πράγματα.
Η ημερομηνία
γεννήσεώς του, δεν είναι γνωστή, παρότι ακριβώς αυτό το έτος γεννήσεως έχει
καθοριστεί ως η αρχή της σύγχρονης χρονολογήσεως.
Σύμφωνα με τη χρονολογία που χρησιμοποιούμε, ο βασιλιάς Ηρώδης πέθανε το 4 π.Χ. Τα ευαγγέλια όμως ισχυρίζονται ότι όταν πέθανε ο Ηρώδης, ο μικρός Ιησούς ήταν ήδη πάνω από 2 ετών. Τι συνέβη; Σήμερα είναι γενικά αποδεκτό ότι η διαφορά οφείλεται σ'; ένα σφάλμα υπολογισμού κάποιου αστρονόμου-μοναχού του Διονυσίου του Μικρού, τον 4ο μ.Χ. αιώνα. Αυτός λανθασμένα υπολόγισε ότι το έτος γέννησης του Ιησού ήταν το 754 «από κτίσεως Ρώμης» ενώ το σωστό είναι γύρω στο 747 ενώ ο θάνατος του Ηρώδη στο 750. Οι συνήθεις χρονολογίες που προτείνονται ως πιθανές για τη γέννηση του Ιησού βρίσκονται δηλαδή μεταξύ το 9 και του 4 προ Χριστού, όσο παράλογο κι αν ακούγεται αυτό με πιθανότερη χρονολογία το 7 π.Χ.
Η 25η Δεκεμβρίου ως ημέρα γεννήσεως δεν έχει σχέση με τον Ιησού, αλλά ταυτίζεται με την ημέρα γεννήσεως του προχριστιανικού «θεού ήλιου» Μίθρα, με ρωμαϊκές εορταστικές εκδηλώσεις για τον «αήττητο ήλιο» (dies natali invicti), καθώς επίσης τα ελληνικά Κρόνια (θεός Κρόνος), τα Διονύσια (θεός Διόνυσος) και τα Θεοφάνια-Επιφάνια για τον ηλιακό θεό Φοίβο-Απόλλωνα (Δ. Σιμόπουλος). Σύμφωνα με τον πάπα Γρηγόριο Α'; (~540 - 604) η ταύτιση της άγνωστης ημέρας γέννησης του Ιησού με την 25η Δεκεμβρίου έγινε «για να μετατραπούν βαθμιαία οι εορτές των εθνικών σε χριστιανικές» . Στη χριστιανική Ρώμη καθιερώθηκε η 25η Δεκεμβρίου ως εορτή τής γεννήσεως το έτος 354, στην Κωνσταντινούπολη το 379 και στην Αντιόχεια το 388.
Σύμφωνα με τη χρονολογία που χρησιμοποιούμε, ο βασιλιάς Ηρώδης πέθανε το 4 π.Χ. Τα ευαγγέλια όμως ισχυρίζονται ότι όταν πέθανε ο Ηρώδης, ο μικρός Ιησούς ήταν ήδη πάνω από 2 ετών. Τι συνέβη; Σήμερα είναι γενικά αποδεκτό ότι η διαφορά οφείλεται σ'; ένα σφάλμα υπολογισμού κάποιου αστρονόμου-μοναχού του Διονυσίου του Μικρού, τον 4ο μ.Χ. αιώνα. Αυτός λανθασμένα υπολόγισε ότι το έτος γέννησης του Ιησού ήταν το 754 «από κτίσεως Ρώμης» ενώ το σωστό είναι γύρω στο 747 ενώ ο θάνατος του Ηρώδη στο 750. Οι συνήθεις χρονολογίες που προτείνονται ως πιθανές για τη γέννηση του Ιησού βρίσκονται δηλαδή μεταξύ το 9 και του 4 προ Χριστού, όσο παράλογο κι αν ακούγεται αυτό με πιθανότερη χρονολογία το 7 π.Χ.
Η 25η Δεκεμβρίου ως ημέρα γεννήσεως δεν έχει σχέση με τον Ιησού, αλλά ταυτίζεται με την ημέρα γεννήσεως του προχριστιανικού «θεού ήλιου» Μίθρα, με ρωμαϊκές εορταστικές εκδηλώσεις για τον «αήττητο ήλιο» (dies natali invicti), καθώς επίσης τα ελληνικά Κρόνια (θεός Κρόνος), τα Διονύσια (θεός Διόνυσος) και τα Θεοφάνια-Επιφάνια για τον ηλιακό θεό Φοίβο-Απόλλωνα (Δ. Σιμόπουλος). Σύμφωνα με τον πάπα Γρηγόριο Α'; (~540 - 604) η ταύτιση της άγνωστης ημέρας γέννησης του Ιησού με την 25η Δεκεμβρίου έγινε «για να μετατραπούν βαθμιαία οι εορτές των εθνικών σε χριστιανικές» . Στη χριστιανική Ρώμη καθιερώθηκε η 25η Δεκεμβρίου ως εορτή τής γεννήσεως το έτος 354, στην Κωνσταντινούπολη το 379 και στην Αντιόχεια το 388.
Ο Ματθαίος, στο
ευαγγέλιό του αναφέρεται στο γενεαλογικό δένδρο που συνδέει τον Ιησού με τον
Αβραάμ και τον Δαυίδ, στη μνηστεία του Ιωσήφ με την Μαρία, στην γέννηση του
Ιησού σε οικία της Βηθλεέμ την εποχή του Ηρώδη και στο προσκύνημα των μάγων που
κατέληξαν εκεί ακολουθώντας ένα αστέρι.
Από την άλλη ο
Λουκάς δίνει κάποιες πληροφορίες για την περίοδο λίγο πριν την γέννηση του
Ιωάννη, για τον ευαγγελισμό της Μαριάμ και την γέννηση του Βαπτιστή. Συνεχίζει
με την φυγή της Μαρίας με τον Ιωσήφ στη Βηθλεέμ όπου γέννησε τον Ιησού σε
φάτνη, μιας και δεν έβρισκαν κατάλυμα. Γύρω από την φάτνη βρέθηκαν, σύμφωνα με
τον Λουκά, μόνο ποιμένες με τα ζώα τους που ειδοποιήθηκαν από αγγέλους. Η
διήγηση του ολοκληρώνεται με ένα γενεαλογικό δένδρο, διαφορετικό από αυτό του
Ματθαίου, που φτάνει έως τον Αδάμ.
Αν και ομοιότητες υπάρχουν, οι διαφορές είναι τόσο κραυγαλέες ώστε αδυνατούμε να τις αγνοήσουμε. Έτσι, η οικία στο Κατά Ματθαίον έγινε φάτνη στα γραπτά του Λουκά, οι μάγοι μετατράπηκαν σε ποιμένες, το αστέρι σε αγγέλους κ.λ.π.. Μπορούμε να υποθέσουμε, έχοντας καλή διάθεση, ότι οι όποιες διαφορές υπάρχουν διότι ο Λουκάς και ο Ματθαίος, ξεκινώντας από την ίδια παράδοση, πρόσεξαν διαφορετικά σημεία.
Αν και ομοιότητες υπάρχουν, οι διαφορές είναι τόσο κραυγαλέες ώστε αδυνατούμε να τις αγνοήσουμε. Έτσι, η οικία στο Κατά Ματθαίον έγινε φάτνη στα γραπτά του Λουκά, οι μάγοι μετατράπηκαν σε ποιμένες, το αστέρι σε αγγέλους κ.λ.π.. Μπορούμε να υποθέσουμε, έχοντας καλή διάθεση, ότι οι όποιες διαφορές υπάρχουν διότι ο Λουκάς και ο Ματθαίος, ξεκινώντας από την ίδια παράδοση, πρόσεξαν διαφορετικά σημεία.
Ό ,τι ξέρουμε για την
γέννηση δεν στηρίζεται στις διηγήσεις της Βίβλου, η επικρατέστερη περιγραφή
εκείνης της στιγμής συνδυάζει πληροφορίες ακόμα και απόκρυφων ευαγγελίων.
Είναι η «τρίτη εκδοχή» της γέννησης του Ιησού, μετά τις διηγήσεις των Ματθαίου και Λουκά στα ευαγγέλιά τους, και είναι αυτή που αποτελεί για εμάς την «ιστορική αλήθεια» εκείνης της θεϊκής στιγμής.
Το παλαιότερο γραπτό κείμενο που αναφέρεται σε αυτήν είναι του Ιουστίνου, συντάχθηκε πριν το μέσο του δεύτερου αιώνα, και διασώζει παλαιότερη προφορική παράδοση σύμφωνα με τους εκάστοτε μελετητές. Το σύγγραμμα του Ιουστίνου αποτελεί μια προσπάθεια διασύνδεσης της διήγησης του Ματθαίου και του Λουκά. Συγκεκριμένα, χρησιμοποιώντας όλα τα στοιχεία του Ματθαίου παρεμβάλει την απογραφή και τη φάτνη του Λουκά. Στο σημείο της γέννησης του Ιησού όμως αναφέρει κάτι νέο, γεννήθηκε σε μια σπηλιά λίγο έξω από την Βηθλεέμ όπου και ήρθαν να προσκυνήσουν οι μάγοι από την Αραβία.
Στην γέννηση του Ιησού στο σπήλαιο αναφέρεται εκτενώς και το απόκρυφο ευαγγέλιο «Πρωτευαγγέλιον του Ιακώβου». Το κείμενο περιγράφει την καταγωγή και την ανατροφή της Μαρίας έως και τη γέννηση του Ιησού. Εδώ δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην παρθενία της Μαρίας μετά τον τόκο, κάτι που δεν αναφέρεται σε κανένα ευαγγέλιο της Καινής Διαθήκης(!). Και όμως, αποτελεί αναπόσπαστη πληροφορία στην αποδεκτή σήμερα διήγηση της γέννησης.
Σύμφωνα λοιπόν με την «τρίτη εκδοχή», ο Ιησούς γεννήθηκε σε σπήλαιο, τόπο έρημο και μακριά από την πόλη. Ο Ιωσήφ, αφήνοντας στη Μαρία τη φροντίδα των γιων του, θα διανύσει μια μεγάλη απόσταση προς αναζήτηση μαμής. Μετά την επίσκεψη των μάγων ο κίνδυνος του Ηρώδη αναγκάζει τη Μαρία να σπαργανώσει τον Ιησού σε παχνί βοδιών για να τον κρύψει.
Στην Δύση η «τρίτη εκδοχή» είχε μεγάλη «επιτυχία». Εκτός των παραπάνω προστέθηκαν ότι η σπηλιά ήταν υπόγεια και δεν την έβλεπε ήλιος και ότι την τρίτη μέρα μετά την γέννηση η Μαρία με τον Ιησού βγήκαν σε ένα στάβλο όπου ένα βόδι και ένα γαϊδούρι έσπευσαν να προσκυνήσουν.
Είναι η «τρίτη εκδοχή» της γέννησης του Ιησού, μετά τις διηγήσεις των Ματθαίου και Λουκά στα ευαγγέλιά τους, και είναι αυτή που αποτελεί για εμάς την «ιστορική αλήθεια» εκείνης της θεϊκής στιγμής.
Το παλαιότερο γραπτό κείμενο που αναφέρεται σε αυτήν είναι του Ιουστίνου, συντάχθηκε πριν το μέσο του δεύτερου αιώνα, και διασώζει παλαιότερη προφορική παράδοση σύμφωνα με τους εκάστοτε μελετητές. Το σύγγραμμα του Ιουστίνου αποτελεί μια προσπάθεια διασύνδεσης της διήγησης του Ματθαίου και του Λουκά. Συγκεκριμένα, χρησιμοποιώντας όλα τα στοιχεία του Ματθαίου παρεμβάλει την απογραφή και τη φάτνη του Λουκά. Στο σημείο της γέννησης του Ιησού όμως αναφέρει κάτι νέο, γεννήθηκε σε μια σπηλιά λίγο έξω από την Βηθλεέμ όπου και ήρθαν να προσκυνήσουν οι μάγοι από την Αραβία.
Στην γέννηση του Ιησού στο σπήλαιο αναφέρεται εκτενώς και το απόκρυφο ευαγγέλιο «Πρωτευαγγέλιον του Ιακώβου». Το κείμενο περιγράφει την καταγωγή και την ανατροφή της Μαρίας έως και τη γέννηση του Ιησού. Εδώ δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην παρθενία της Μαρίας μετά τον τόκο, κάτι που δεν αναφέρεται σε κανένα ευαγγέλιο της Καινής Διαθήκης(!). Και όμως, αποτελεί αναπόσπαστη πληροφορία στην αποδεκτή σήμερα διήγηση της γέννησης.
Σύμφωνα λοιπόν με την «τρίτη εκδοχή», ο Ιησούς γεννήθηκε σε σπήλαιο, τόπο έρημο και μακριά από την πόλη. Ο Ιωσήφ, αφήνοντας στη Μαρία τη φροντίδα των γιων του, θα διανύσει μια μεγάλη απόσταση προς αναζήτηση μαμής. Μετά την επίσκεψη των μάγων ο κίνδυνος του Ηρώδη αναγκάζει τη Μαρία να σπαργανώσει τον Ιησού σε παχνί βοδιών για να τον κρύψει.
Στην Δύση η «τρίτη εκδοχή» είχε μεγάλη «επιτυχία». Εκτός των παραπάνω προστέθηκαν ότι η σπηλιά ήταν υπόγεια και δεν την έβλεπε ήλιος και ότι την τρίτη μέρα μετά την γέννηση η Μαρία με τον Ιησού βγήκαν σε ένα στάβλο όπου ένα βόδι και ένα γαϊδούρι έσπευσαν να προσκυνήσουν.
Πάντως, αρκετά επιπλέον
απόκρυφα ευαγγέλια δίνουν πληροφορίες σχετικά με την παιδική ζωή του Μεσσία.
Κάποιες από αυτές συμπληρώνουν τις διηγήσεις της Καινής Διαθήκης, αλλά όλες
μαζί αλληλοαναιρούνται. Έτσι, ο Λουκάς αναφέρει ότι ο Ιησούς τοποθετήθηκε εξ';
αρχής σε φάτνη, ενώ η «τρίτη εκδοχή» λέει ότι εκεί βρέθηκε μετά από τρεις μέρες
όταν από την σπηλιά μεταφέρθηκαν σε στάβλο. Η οικία στη Βηθλεέμ επίσης δεν
μπορεί να έχει σχέση με τον έρημο και μακρινό τόπο σε απόσταση από την
πόλη.
Όλα τα παραπάνω οδηγούν στο συμπέρασμα ότι οι συγγραφείς δεν προσπάθησαν να συμπληρώσουν κενά ούτε να βρουν τα ιστορικά λάθη των προγενέστερων τους, αλλά να εντάξουν τα κείμενα τους στις βιβλικές ρήσεις. Είναι ολοφάνερο ότι η Βηθλεέμ, η Αίγυπτος, το αστέρι, οι ουράνιοι άγγελοι, η φάτνη, το βόδι και το γαϊδούρι παραπέμπουν σε πασίγνωστες προφητείες της εποχής. Οι πιστοί, όπως είναι φανερό από τη μεταγενέστερη παράδοση και τις σχετικές εικόνες, δέχτηκαν τα πιο εντυπωσιακά σημεία της κάθε διήγησης και ας έρχονταν σε σύγκρουση μεταξύ τους. Έτσι, από το «Κατά Ματθαίον» ευαγγέλιο κράτησαν τους μάγους και το αστέρι, από το «Κατά Λουκά» τους ποιμένες και την φάτνη και από το «Πρωτευαγγέλιο» του Ιακώβου το σπήλαιο, το παχνί των ζώων και τη μαμή.
Όλα τα παραπάνω οδηγούν στο συμπέρασμα ότι οι συγγραφείς δεν προσπάθησαν να συμπληρώσουν κενά ούτε να βρουν τα ιστορικά λάθη των προγενέστερων τους, αλλά να εντάξουν τα κείμενα τους στις βιβλικές ρήσεις. Είναι ολοφάνερο ότι η Βηθλεέμ, η Αίγυπτος, το αστέρι, οι ουράνιοι άγγελοι, η φάτνη, το βόδι και το γαϊδούρι παραπέμπουν σε πασίγνωστες προφητείες της εποχής. Οι πιστοί, όπως είναι φανερό από τη μεταγενέστερη παράδοση και τις σχετικές εικόνες, δέχτηκαν τα πιο εντυπωσιακά σημεία της κάθε διήγησης και ας έρχονταν σε σύγκρουση μεταξύ τους. Έτσι, από το «Κατά Ματθαίον» ευαγγέλιο κράτησαν τους μάγους και το αστέρι, από το «Κατά Λουκά» τους ποιμένες και την φάτνη και από το «Πρωτευαγγέλιο» του Ιακώβου το σπήλαιο, το παχνί των ζώων και τη μαμή.
Η αρχαιότερη παράδοση,
που έμμεσα στηρίζεται από το παλαιότερο ευαγγέλιο της Καινής Διαθήκης (το Κατά
Μάρκον), αναφέρει ότι ο Ιησούς γεννήθηκε στις 6 Ιανουαρίου. Δεν υπάρχουν συγκεκριμένες
λεπτομέρειες παρά μόνο διάσπαρτα στοιχεία, που δίνουν όμως μια σχετική
βεβαιότητα για το ότι υπήρχε η παλαιότερη αντίληψη ότι η ημέρα βάπτισης του
Ιησού ήταν και ημέρα γέννησης.
Η πρώτη χριστιανική εορτή μετά το Πάσχα για την οποία έχουμε αναφορές είναι η βάπτιση. Στην Αλεξάνδρεια, από το πρώτο μισό του δεύτερου αιώνα, μια χριστιανική ομάδα την τοποθέτησε στις 6 Ιανουαρίου. Η ίδια ημερομηνία επιλέχτηκε εκείνη την εποχή και για τον εορτασμό της γέννησης του Ιησού.
Δύο αιώνες αργότερα το ορθόδοξο δόγμα δεν ικανοποιούνταν πλέον από την ταύτιση βάπτισης και γέννησης. Ως εκ τούτου, αρκετοί θεολόγοι υποστήριζαν ότι ήταν καθαρά θέμα τύχης ότι ο Ιησούς βαπτίστηκε στην επέτειο της γέννησης του. Όσο για την ημερομηνία 25η Δεκεμβρίου αυτό αποφασίστηκε το 355 από την Εκκλησία της Ρώμης και την αποδέχθηκαν όλοι. Επιπλέον, την ημερομηνία εκείνη γιορτάζονταν ειδωλολατρικές εορτές προς τιμήν του Μίθρα και η Εκκλησία ήθελε να τις αντικαταστήσει με τη Γέννηση του Χριστού. Δεν κατήργησε την εορτή των Θεοφανίων αλλά της έδωσε διαφορετικό νόημα, έτσι στις 6 Ιανουαρίου πλέον γιορτάζεται το προσκύνημα των μάγων.
Η νέα αυτή εορτή-αντίληψη της Ρώμης διαδόθηκε στην Ανατολή και στη Δύση αντιμετωπίζοντας όμως αρκετές δυσκολίες. Στην Ισπανία η γέννηση εορτάζονταν στις 6 Ιανουαρίου μέχρι το τέλος του 4ου αιώνα, στην εκκλησία της Ιερουσαλήμ η αρχαία παράδοση κράτησε μέχρι το 549, ενώ η Αρμένικη Εκκλησία διατηρεί την ταύτιση βάπτισης και γέννησης μέχρι και σήμερα.
Τα Χριστούγεννα αποκτούσαν όλο και περισσότερη σημασία, όμως οι πιστοί συνέχιζαν να βλέπουν ως κάτι το ξεχωριστό τα Θεοφάνια, ως μια νέα δική τους «γέννηση». Ήταν μια νέα αρχή γι'; αυτούς, όπως η βάπτιση για την θεϊκή πορεία του Χριστού. Στην «Α'; επιστολή Προς Κορινθίους» ο Παύλος αναφέρει την εκ νέου γέννηση των πιστών της Κορίνθου.
Η πρώτη χριστιανική εορτή μετά το Πάσχα για την οποία έχουμε αναφορές είναι η βάπτιση. Στην Αλεξάνδρεια, από το πρώτο μισό του δεύτερου αιώνα, μια χριστιανική ομάδα την τοποθέτησε στις 6 Ιανουαρίου. Η ίδια ημερομηνία επιλέχτηκε εκείνη την εποχή και για τον εορτασμό της γέννησης του Ιησού.
Δύο αιώνες αργότερα το ορθόδοξο δόγμα δεν ικανοποιούνταν πλέον από την ταύτιση βάπτισης και γέννησης. Ως εκ τούτου, αρκετοί θεολόγοι υποστήριζαν ότι ήταν καθαρά θέμα τύχης ότι ο Ιησούς βαπτίστηκε στην επέτειο της γέννησης του. Όσο για την ημερομηνία 25η Δεκεμβρίου αυτό αποφασίστηκε το 355 από την Εκκλησία της Ρώμης και την αποδέχθηκαν όλοι. Επιπλέον, την ημερομηνία εκείνη γιορτάζονταν ειδωλολατρικές εορτές προς τιμήν του Μίθρα και η Εκκλησία ήθελε να τις αντικαταστήσει με τη Γέννηση του Χριστού. Δεν κατήργησε την εορτή των Θεοφανίων αλλά της έδωσε διαφορετικό νόημα, έτσι στις 6 Ιανουαρίου πλέον γιορτάζεται το προσκύνημα των μάγων.
Η νέα αυτή εορτή-αντίληψη της Ρώμης διαδόθηκε στην Ανατολή και στη Δύση αντιμετωπίζοντας όμως αρκετές δυσκολίες. Στην Ισπανία η γέννηση εορτάζονταν στις 6 Ιανουαρίου μέχρι το τέλος του 4ου αιώνα, στην εκκλησία της Ιερουσαλήμ η αρχαία παράδοση κράτησε μέχρι το 549, ενώ η Αρμένικη Εκκλησία διατηρεί την ταύτιση βάπτισης και γέννησης μέχρι και σήμερα.
Τα Χριστούγεννα αποκτούσαν όλο και περισσότερη σημασία, όμως οι πιστοί συνέχιζαν να βλέπουν ως κάτι το ξεχωριστό τα Θεοφάνια, ως μια νέα δική τους «γέννηση». Ήταν μια νέα αρχή γι'; αυτούς, όπως η βάπτιση για την θεϊκή πορεία του Χριστού. Στην «Α'; επιστολή Προς Κορινθίους» ο Παύλος αναφέρει την εκ νέου γέννηση των πιστών της Κορίνθου.
(συνεχίζεται...)
Πέμπτη 26 Μαΐου 2016
ΠΟΡΝΟΔΟΞίΑ$$ πουτΑΝΑΓΝΩ$ΜΑ - Ιησούς Χριστός... η μεγαλύτερη απάτη της ανθρωπότητας (μέρος 4)
Μέρος Τέταρτο
Ο Τάκιτος συνέγραφε τα χρονικά του ανατρέχοντας στα ρωμαϊκά αρχεία. Έτσι, αυτή η παράγραφος θεωρείται ως μεταγενέστερη προσθήκη, επειδή:
Οι ιστορικές πηγές (συνέχεια...)
Ο Τάκιτος συνέγραφε τα χρονικά του ανατρέχοντας στα ρωμαϊκά αρχεία. Έτσι, αυτή η παράγραφος θεωρείται ως μεταγενέστερη προσθήκη, επειδή:
1.
Στα ρωμαϊκά αρχεία, αν αναφερόταν ο λεγόμενος Χριστός, αποκλείεται να
αναφερόταν σαν Χριστός, τίτλο που του έδωσαν οι οπαδοί του, αλλά θα αναφερόταν
με το όνομά του.
2.
Επίσης στα ρωμαϊκά αρχεία, ο Πόντιος Πιλάτος θα εμφανιζόταν με το αξίωμα
που πράγματι είχε, «Νομάρχης». Και όχι μ'; ένα αξίωμα που δεν είχε, «Έπαρχος».
Επόμενη «αξιόλογη
αναφορά» ανευρίσκεται στον Σουητώνιο, στο έργο «Οι ζωές των Καισάρων», στο
βιβλίο «Κλαύδιος» (5.25.4):
Από τη στιγμή που οι Εβραίοι,
σε σταθερή βάση, δημιουργούσαν ταραχές υποκινούμενες από τον Χρηστό (Chrestus)
τους έδιωξε από την Ρώμη.
Η παράγραφος αυτή είναι
γνήσια, αλλά δεν επιβεβαιώνει την ύπαρξη του λεγόμενου Χριστού, επειδή:
1.
Ο Σουητώνιος αναφέρεται σε κάποιον Χρηστό (Chrestus) και όχι Χριστό,
υπονοώντας ότι υπήρχε κάποιος ονόματι Χρηστός που ξεσήκωνε τους Εβραίους στη
Ρώμη.
Ο Σουητώνιος (Gaius
Tranquillus Suetonius, 75-160) που ήταν σύγχρονος του Τάκιτου, περιγράφει
διωγμούς χριστιανών από τον Νέρωνα και τους αναφέρει περιφρονητικά ως «είδος
ανθρώπων που είχαν προσηλωθεί σε κάποια καινούργια και βδελυρή δεισιδαιμονία».
Η αναφορά στις «υποκινούμενες ταραχές από τον Χρηστό», δεν αποτελεί βέβαια
μαρτυρία για την ιστορική παρουσία, του Ιησού αλλά καταγραφή πληροφοριών. Το γεγονός
όμως ότι ο άριστος γνώστης της ελληνικής γλώσσας και γραμματικής Σουητώνιος
έγραψε Χρηστός (που ήταν τότε όνομα δούλων, χρήσιμος, καλός) αντί του Χριστός
(χρισμένος), έχει δώσει λαβή σε υποψίες ότι αυτή η φράση προστέθηκε
μεταγενέστερα από ανθρώπους του εκκλησιαστικού μηχανισμού με ελλιπή παιδεία.
2. Αν και ο
Σουητώνιος αναφέρεται σε Εβραίους, ωστόσο ακόμα και να αναφέρεται στους
χριστιανούς της Ρώμης, αυτό δεν αποτελεί απόδειξη της ύπαρξης του λεγόμενου
Χριστού. Γνωρίζουμε ότι υπήρχαν χριστιανοί στη Ρώμη.
Το Ταλμούδ αναφέρεται
στον Ιησού σε κεφάλαιο που γράφτηκε τον 3ο αιώνα, τον ονομάζει όμως τις πιο
πολλές φορές Μπεν Σταντά (Ben Pandera) ή Μπεν Παντιρά (Ben Stada) και τον
συνδέει με πρόσωπα και περιστατικά που συνέβησαν περίπου 100 χρόνια πριν από αυτά
που αναφέρονται στα Ευαγγέλια.
Πέρα από το
γεγονός ότι τόσο το Παλαιστινιακό, όσο και το Βαβυλωνιακό Ταλμούδ άρχισαν να
γράφονται μετά τον 2ο αιώνα μ.Χ. και ολοκληρώθηκαν μέχρι τον 6ο αιώνα μ.Χ., τα
ονόματα Ιησούς (Jeshu), που βρίσκουμε σ'; αυτά, αναφέρονται ως Ben Pandera και
Ben Stada και αντιστοιχούν στον Janneus, τον Σαδδουκαίο βασιλιά της Ιουδαίας,
που βασίλευσε μεταξύ 106 - 79 π.Χ. και στον Simeon Ben Shetach, που έζησε το 90
π.Χ.
Την εποχή που
γράφτηκε αυτό το μέρος του Ταλμούδ υπήρχε όμως ήδη εξάπλωση του Χριστιανισμού
και γι'; αυτό είναι ανεξήγητη η αντίφαση. Πιθανολογείται λοιπόν ότι στο Ταλμούδ
καταγράφηκαν όχι οι «επίσημες» χριστιανικές απόψεις, οι οποίες έτσι κι αλλιώς
δεν είχαν διαμορφωθεί ακόμα, αλλά εκείνες κάποιας από τις πολλές χριστιανικές
κοινότητες που είχαν δημιουργηθεί στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Τα Ταλμούδ δεν
είναι ούτε σύγχρονη, ούτε αυτόπτης πηγή και ελάχιστη σχέση μπορεί να έχουν με
τον υποτιθέμενο Χριστό (πάντως η αγωνία των χριστιανών να αποδείξουν την ύπαρξη
του λεγόμενου Χριστού είναι αξιοσημείωτη, καθώς καταφεύγουν ακόμα και σε γραπτά
των «αγαπημένων» τους Εβραίων).
Αναφορές στον Ιησού
γίνονται σε επιστολή ενός Πούπλιου Λέντουλου (Publius Lentulus) που αναφέρεται
σε μεταγενέστερα κείμενα ως Ρωμαίος στρατιωτικός διοικητής στην Ιερουσαλήμ. Η
επιστολή αποτελεί αναφορά προς τη Γερουσία της Ρώμης και στον Τιβέριο που ήταν
αυτοκράτωρ στα έτη 14-37 μ.Χ. και περιλαμβάνει φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά του
Ιησού, όπως το μέτριο ανάστημά του («statura procerus, mediocris et spectabilis»),
το χρώμα των μαλλιών του κ.ά. Η επιστολή αυτή εμφανίστηκε πρώτη φορά κατά το
13ο αιώνα στη Ρώμη ως ανακαλυφθείσα ανάμεσα σε διάφορα χειρόγραφα και φυσικά
αντιμετωπίστηκε με καχυποψία. Ήδη το γεγονός ότι αναφέρονται στο κείμενό της
χαρακτηρισμοί, όπως «προφήτης της αλήθειας», «υιός του θεού» και «Ιησούς
Χριστός» δείχνουν ότι πρόκειται για αυθαίρετη κατασκευή, δεδομένου ότι οι δύο
πρώτοι όροι προέρχονται από την εβραϊκή θρησκεία και δεν είχε λόγο να τους
χρησιμοποιεί ένας Ρωμαίος αξιωματικός, η δε ονομασία Χριστός για τον Ιησού
είναι ιστορικά μεταγενέστερη και δεν είναι δυνατόν να είχε χρησιμοποιηθεί σε
ανύποπτο χρόνο. Η σύγχρονη «Καθολική Εγκυκλοπαίδεια» αναφέρει ότι Ρωμαίος
διοικητής με τέτοιο όνομα δεν υπήρξε ποτέ στην Ιουδαία και δέχεται ότι η
επιστολή αυτή είναι χαλκευμένη.
Οι υπόλοιπες αναφορές,
που ακολουθούν, δεν θεωρούνται αξιόλογες, ωστόσο αναφέρονται μερικές προς
ενημέρωση:
1. Thallus, ένας απελεύθερος
Σαμαρείτης επί αυτοκράτορος Τιβέριου έγραψε την Ιστορία της Ελλάδος και της
Ασίας περί το 52 μ.α.χ.χ. Σ'; αυτό το έργο του αναφέρει και μια έκλειψη ηλίου.
Το έργο του δεν έχει διασωθεί. Το 221 μ.Χ., ένας χριστιανός συγγραφέας, ο
Sextus Julius Africanus έγραψε ότι «ο Thallus στο τρίτο του βιβλίο εξήγησε το
σκοτάδι (μετά την σταύρωση του Ιησού) σαν μια έκλειψη ηλίου».
Δεν αναφέρει όμως το όνομα του λεγόμενου Ιησού και ταυτόχρονα δεν είναι ούτε σύγχρονη, ούτε αυτόπτης, ούτε ανεξάρτητη πηγή.
Δεν αναφέρει όμως το όνομα του λεγόμενου Ιησού και ταυτόχρονα δεν είναι ούτε σύγχρονη, ούτε αυτόπτης, ούτε ανεξάρτητη πηγή.
2.
Mara Bar-Serapion, έγραψε περίπου το 73 μ.Χ.: «Τί κέρδισαν οι Εβραίοι
σταυρώνοντας τον σοφό βασιλιά τους; ...;Έζησε σύμφωνα με την διδασκαλία του».
Δεν αναφέρει το όνομα του λεγόμενου Ιησού και ταυτόχρονα δεν είναι ούτε
σύγχρονη, ούτε αυτόπτης πηγή.
3.
Gaius Plinius Caecilius Secundus (Pliny the Younger) έγραψε το 112 μ.Χ.,
ότι οι χριστιανοί τραγουδούσαν «έναν ύμνο στο Χριστό σαν σε θεό».Δεν είναι ούτε
σύγχρονη, ούτε αυτόπτης πηγή.
4.
Lucian έγραψε το 175 μ.Χ. για «τον άνδρα που σταυρώθηκε στην Παλαιστίνη,
επειδή παρουσίασε μια νέα λατρεία στον κόσμο». Δεν αναφέρει το όνομα του
λεγόμενου Ιησού και ταυτόχρονα δεν είναι ούτε σύγχρονη, ούτε αυτόπτης πηγή.
5.
Μια επιστολή προς τον Αυτοκράτορα Τραϊανό, του Ρωμαίου Κυβερνήτη της Βιθυνίας
της Μικράς Ασίας, Πλινίου του Νεωτέρου (62-113 Κ.Ε.), που την έγραψε το 107
μ.Χ.
6. Λουκιανός (γεννήθηκε περίπου το 120 μ.Χ.). Στο έργο του «περί Πελεγρίνου τελευτής», αναφέρεται σε κάποιο πρόσωπο, αν και πεθαμένο πριν από πολύ καιρό, και το αποκαλεί «εσταυρωμένο σοφιστή», «άνθρωπο εν Παλαιστίνη σταυρωθέντα», «μέγαν νομοθέτη των Χριστιανών». Ο Λουκιανός, πέραν του ότι είναι μεταγενέστερος, δεν αναφέρει το όνομα Ιησούς ή Χριστός, ενώ προ Ιησού υπήρξαν πάνω από 10 εσταυρωμένοι «σωτήρες».
6. Λουκιανός (γεννήθηκε περίπου το 120 μ.Χ.). Στο έργο του «περί Πελεγρίνου τελευτής», αναφέρεται σε κάποιο πρόσωπο, αν και πεθαμένο πριν από πολύ καιρό, και το αποκαλεί «εσταυρωμένο σοφιστή», «άνθρωπο εν Παλαιστίνη σταυρωθέντα», «μέγαν νομοθέτη των Χριστιανών». Ο Λουκιανός, πέραν του ότι είναι μεταγενέστερος, δεν αναφέρει το όνομα Ιησούς ή Χριστός, ενώ προ Ιησού υπήρξαν πάνω από 10 εσταυρωμένοι «σωτήρες».
Πέρα από αυτές τις
(αμφιλεγόμενες) αναφορές, δεν υπάρχει κάποια ιστορική περιγραφή της ζωής του
Ιησού.
Μια πολύ
ενδιαφέρουσα ιστορική πηγή, είναι το έργο «Κατά Γαλιλαίων», που συνέγραψε ο
αυτοκράτορας Ιουλιανός, λίγο καιρό πριν από τον αιφνίδιο θάνατό του. Ενδιαφέρον
έχει να δούμε πώς ξεκινάει το βιβλίο, λαμβάνοντας πάντα υπ'; όψη ότι δεν
διασώζεται όλο το έργο του Ιουλιανού και αυτό που σώζεται έχει εξαχθεί μέσα από
το έργο χριστιανού απολογητή, οπότε δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι για την
ακριβή σύνταξη των προτάσεων, όπως τις είχε γράψει ο ίδιος ο Ιουλιανός. Βέβαια,
μπορούμε με αρκετή ασφάλεια να δεχθούμε το περιεχόμενο, όπως μας μεταφέρεται,
ιδιαίτερα σε σημεία τα οποία είναι άκρως καυστικά εναντίων των χριστιανών
(Γαλιλαίων σύμφωνα με τον Ιουλιανό). Αξίζει να σημειωθεί ότι το «απολογητικό»
έργο, μέσα απ'; το οποίο έχει εξαχθεί το «Κατά Γαλιλαίων», γράφτηκε από τον
επίσκοπο Αλεξανδρείας Κύριλλο, ο οποίος και ανακατέταξε (δηλαδή έκοψε και
έραψε) το αρχικό κείμενο καταπώς τον διευκόλυνε και επιπλέον απάλειψε, όπως
είπε και ο ίδιος, χωρία που τα θεώρησε υβριστικά.
Ο «Κατά Γαλιλαίων» λόγος
του Ιουλιανού, ξεκινά ως εξής:
Μου φαίνεται σωστό να
εκθέσω σε όλους τους ανθρώπους τους λόγους για τους οποίους πείστηκα ότι η
σκευωρία των Χριστιανών είναι ανθρώπινο κατασκεύασμα, το οποίο συντέθηκε από
κακουργία. Δεν έχει τίποτα το θεόπνευστο, αλλά επειδή εκμεταλλεύεται πέρα για
πέρα εκείνο το κομμάτι της ψυχής, που αρέσκεται στους μύθους και που είναι
παιδαριώδες και ανόητο, κατάφερε να μετατρέψει τερατώδεις αφηγήσεις σε πίστη
της αλήθειας.
Και συνεχίζει ...
Κι ο Ιησούς που πήρε με
το μέρος του τους πιο άχρηστους από τους Εβραίους, είναι ονομαστός πάνω από
τριακόσια χρόνια τώρα, χωρίς να έχει κάνει τίποτα το αξιόλογο στην εποχή τουΩ
εκτός και αν θεωρήσουμε σπουδαιότατο έργο το ότι γιάτρεψε τους χωλούς και τυφλούς,
και το ότι έκανε ξόρκια σε δαιμονισμένους στα χωριά Βησθαιδά και Βηθανία. Γιατί
δεν ξέρετε καν αν μνημονεύει την αγνότητα, κι ωστόσο μιμείστε την οργή και την
δριμύτητα των Ιουδαίων καταστρέφοντας ιερά και βωμούς και κατασφάξατε όχι μόνο
τους δικούς μας που δεν εγκατέλειψαν την πατρογονική λατρεία, αλλά και κείνους
από εσάς που είναι παραπλανημένοι όπως εσείς, τους αιρετικούς που δεν θρηνούν
τον πεθαμένο με τον ίδιο τρόπο που το κάνετε εσείς. Αυτά όμως είναι μάλλον δικά
σας γνωρίσματαΩ γιατί πουθενά, ούτε ο Ιησούς σας παρέδωσε τέτοιες εντολές ούτε
ο Παύλος, γιατί ποτέ δεν πίστεψαν πως θα φθάσετε να έχετε τόσο μεγάλη δύναμη,
τους αρκούσε να εξαπατούν υπηρέτριες και δούλους και, μέσω αυτών, γυναίκες και
άνδρες όπως ο Κορνήλιος και ο Σέργιος. Αν δείτε πουθενά να μνημονεύονται ο
Ιησούς και ο Παύλος από τους ιστορικούς της εποχής εκείνης (* σ.τ.μ. «Οι
τηνικαύτα γνωριζόμενοι». Εκείνοι που μας μεταφέρουν τις γνώσεις τους γύρω από
την συγκεκριμένη εποχή - δηλ. όσοι ιστορικοί αναφέρονται στην περίοδο 15 μ.Χ.
μέχρι 54 μ.Χ.) -αφού αυτά συνέβαιναν επί Τιβέριου και βέβαια επί Κλαύδιου- τότε
πιστέψτε ότι ψεύδομαι για όλα.
Άκρως ενδιαφέρουσα η,
παραπάνω διατυπωμένη, διαπίστωση του Ιουλιανού, ο οποίος τολμά να
διακινδυνεύσει το ίδιο του το κύρος, δηλώνοντας ότι κανένας ιστορικός της
εποχής δεν μνημονεύει ούτε τον Ιησού ούτε και τον Παύλο και δεχόμενος να
αποκληθεί ψεύτης αν οποιοσδήποτε εντοπίσει ιστορικούς, οι οποίοι να αναφέρουν
την ύπαρξή τους! Αυτή είναι μια πραγματικά σημαντική πληροφορία. Ο ίδιος ο
Ιουλιανός βέβαια, όπως φαίνεται στο σωζόμενο μέρος του έργου του (λιγότερο από
το ένα τέταρτο του συνόλου), χρησιμοποιεί την πληροφορία αυτή για να δείξει την
ασημαντότητα των προσώπων αυτών. Αλλά για εμάς είναι μια πληροφορία αξιόπιστης
πηγής, που μας λέει ότι κανένας ιστορικός της εποχής του Ιησού και του Παύλου
δεν τους μνημονεύει.
Οι ιστορικοί εκτιμούν
ότι τα αναγραφόμενα στα Ευαγγέλια και τις υπόλοιπες γραφές, εφόσον δεν είναι
μεταγενέστερες προσθήκες και προσαρμογές, αποτελούν σύμπτυξη ιστοριών από τη
ζωή και τις δραστηριότητες πολλών δεκάδων θρησκευτικών θαυματοποιών διδασκάλων,
οι οποίοι έζησαν και δίδασκαν στην Παλαιστίνη εκείνους τους αιώνες και
θεωρούσαν τον εαυτό τους προφήτη και μεσσία. Ένας ή περισσότεροι από αυτούς
πιθανόν να ονομάζονταν Ιησούς, όνομα που ήταν σύνηθες εκείνη την εποχή στην
περιοχή. Κατά μία εκδοχή, μάλιστα, είναι πιθανόν να ταυτίζεται η δραστηριότητα
του ευαγγελικού Ιησού με εκείνη του Ιωάννη του βαπτιστή.
Για τα χρόνια από τη
γέννηση μέχρι τη δημόσια εμφάνιση του Ιησού, η οποία τοποθετείται σύμφωνα με
αναφορές στο κατά Λουκά Ευαγγέλιο περί τα έτη 28-29, δεν υπάρχουν επίσης
ιστορικά στοιχεία. Αναφορές για τη σταύρωση τού ευαγγελικού Ιησού ομοιάζουν με
υπαρκτά γεγονότα που συνέβησαν κατά τα χρόνια διοίκησης του Πόντιου Πιλάτου
(26-36). Η θανάτωση στο σταυρό επιβαλλόταν κατά το ρωμαϊκό ποινικό δίκαιο για
πολιτικά εγκλήματα σε μη Ρωμαίους πολίτες. Η σταύρωση λοιπόν του Ιησού που
εκτιμάται ότι έγινε στα έτη μεταξύ 29 και 31, πρέπει να είναι συνέπεια
καταδίκης του για εξέγερση κατά της αυτοκρατορίας.
Από τα προαναφερόμενα
δεν συνάγεται οπωσδήποτε η φυσική ανυπαρξία του Ιησού, δεδομένου ότι υπήρξαν
εκατοντάδες χιλιάδες και εκατομμύρια άλλοι άνθρωποι στον τότε γνωστό κόσμο, για
τους οποίους σε καμιά ιστορική πηγή δεν αναφέρεται οτιδήποτε. Πολύ πιθανό είναι
λοιπόν ότι ο Ιησούς υπήρξε ως φυσικό πρόσωπο, αλλά τίποτα από αυτά που
μεγαλοποιούν τα ευαγγέλια δεν ευσταθεί, οπότε δεν θα έδωσε και καμιά αφορμή, με
συζητήσεις περί το άτομό του, με μαζικές συναθροίσεις προσώπων, με θαύματα κλπ.
κλπ., ώστε να αναφερθούν
σ' αυτόν οι Ιστορικοί της εποχής.
σ' αυτόν οι Ιστορικοί της εποχής.
(συνεχίζεται...)
Τετάρτη 25 Μαΐου 2016
ΠΟΡΝΟΔΟΞίΑ$$ πουτΑΝΑΓΝΩ$ΜΑ - Ιησούς Χριστός... η μεγαλύτερη απάτη της ανθρωπότητας (μέρος 3)
Μέρος Τρίτο
(συνέχεια...)
Οι ιστορικές πηγές
Παρ'; ότι την
εποχή που υποτίθεται ότι έζησε ο Ιησούς, υπήρχαν τουλάχιστον 40 γνωστοί
ιστορικοί, εν τούτοις κανένας απ'; αυτούς δεν τον μνημόνευσε.
Οι λιγοστές
πληροφορίες από εξωβιβλικές πηγές, όπως τα έργα των Σουητώνιου, Ιώσηπου και
Τάκιτου ή το Ταλμούδ, δεν είναι σύγχρονες του Ιησού και αναφέρονται έμμεσα σ';
αυτόν, χωρίς να δίνουν αξιόλογες πληροφορίες, κυρίως όμως, θεωρούνται πολύ
αμφίβολης εγκυρότητας. Καταρχάς, ο Φίλων ο Αλεξανδρινός (Philo Alexandrinus,
~20 π.Χ.- 54 μ.Χ.), Εβραίος φιλόσοφος με θαυμασμό προς τον ελληνικό πολιτισμό,
ο οποίος είχε ενεργό ρόλο εκπροσώπησης των Εβραίων στη Ρώμη, έγραψε σημαντικά
ιστορικά και φιλοσοφικά έργα, αλλά δεν αναφέρει τίποτα για τον Ιησού και τη
διδασκαλία του, ενώ περιγράφει στα έργα του μέχρι και ασήμαντες λεπτομέρειες
από τη ζωή των Ιουδαίων της εποχής του. Ο διακεκριμένος στωικός φιλόσοφος
Σενέκας που έζησε τον 1ο χριστιανικό αιώνα, αν και εκφράζει στα έργα του
φιλοσοφικές απόψεις που δεν διαφέρουν σημαντικά από αυτές του χριστιανισμού και
γι'; αυτό επαινείται από τους πατέρες Τερτυλλιανό και Ιερώνυμο, δεν κάνει στα
έργα του καμία αναφορά στον Ιησού και στους χριστιανούς, παρότι σχολιάζει
επιπτώσεις στην πολιτική της Ρώμης από διάφορα σημαντικά και ασήμαντα γεγονότα
της εποχής. Γι'; αυτό πιθανολογείται ότι, αυτό που καθιερώθηκε αργότερα ως
«χριστιανική διδασκαλία», έχει εμπλουτιστεί, μεταξύ άλλων, με υλικό από τη
φιλοσοφία του Σενέκα και όχι ότι ο Σενέκας απηχεί τις, έτσι κι αλλιώς ακόμα
αδιαμόρφωτες, χριστιανικές απόψεις.
Ο Ιώσηπος Φλάβιος
(Josephus Flavius, 37-100 μ.Χ.), στρατιωτικός και ιστορικός με αριστοκρατική
καταγωγή και θρησκευτική μόρφωση, έζησε στην Παλαιστίνη και αιχμαλωτίστηκε (67
μ.Χ.) από τους Ρωμαίους στον ιουδαϊκό πόλεμο που κατέληξε στην καταστροφή της
Ιερουσαλήμ (70 μ.Χ.) Στα βιβλία του «Πόλεμος των Ιουδαίων» και «Ιουδαϊκές
Αρχαιότητες» περιγράφει ο Ιώσηπος με λεπτομέρειες διάφορα περιστατικά από την
απώτερη και πρόσφατη ιστορία του λαού του, αναφέρεται σε διάφορες εβραϊκές
αιρέσεις κτλ., δεν κάνει όμως καμιά αναφορά σε χριστιανούς. Σε κάποιο σημείο
των «Ιουδαϊκών Αρχαιοτήτων» αναφέρεται όμως απρόσμενα και μάλλον επαινετικά στη
δραστηριότητα και τα θαύματα του Ιησού, τον οποίο αποκαλεί «μεσσία». Ο Ιησούς
αναφέρεται σε μία μόνο παράγραφο ως εξής (Flavium Testamentum):
Περίπου εκείνη την εποχή
ζούσε ο Ιησούς, ένας σοφός άνθρωπος, αν κάποιος μπορεί να τον πει άνθρωπο,
καθώς είχε πετύχει θαυμαστά κατορθώματα και ήταν ο δάσκαλος πολλών ανθρώπων που
διψούσαν για καινοτομίες. Πήρε με το μέρος του πολλούς από τους Εβραίους, αλλά
και πολλούς από τους Έλληνες. Ήταν ο Μεσσίας. Όταν ο Πιλάτος τον καταδίκασε
στον σταυρό, μετά από κατηγορία των αρχών μας (των Ιουδαίων), αυτοί που τον
αγάπησαν από την αρχή δεν σταμάτησαν να είναι προσκολλημένοι σ'; αυτόν. Την
τρίτη ημέρα εμφανίσθηκε σ'; αυτούς επανερχόμενος στη ζωή, καθώς οι ιερές
προφητείες είχαν προείπει γι'; αυτό και για μυριάδες άλλα θαυμαστά πράγματα που
αφορούσαν αυτόν. Και η φυλή (ομάδα) των χριστιανών, όπως ονομάσθηκαν μετά απ';
αυτόν, δεν έχει εξαφανισθεί μέχρι σήμερα.
Ωστόσο, η παραπάνω
παράγραφος θεωρείται ως μεταγενέστερη προσθήκη που έγινε κατά την αντιγραφή του
έργου του, επειδή:
1.
Η παραπάνω παράγραφος είναι άγνωστη (δεν αναφέρεται) από κανέναν χριστιανό
απολογητή του 2ου αιώνα μ.Χ. (Τερτυλλιανός, Ωριγένης, Ιουστίνος), ενώ
αναφέρεται για πρώτη φορά από τον χριστιανό απολογητή, πατέρα της
εκκλησιαστικής ιστορίας, Ευσέβιο Καισαρείας τον 3ο αιώνα μ.α.χ.χ. Έτσι, η
«παρεμβολή» αυτής της παραγράφου τοποθετείται μεταξύ 2ου - 3ου αιώνα μ.Χ. (για
την ακρίβεια πιστεύεται ότι την έκανε ο Ευσέβιος).
2.
Ο
χριστιανός απολογητής Ωριγένης (3ος αιώνας), πατέρας της χριστιανικής εκκλησίας, κατηγορεί σε κείμενό του τον Ιώσηπο ότι δεν
δέχεται πως ο Ιησούς ήταν ο αναμενόμενος μεσσίας της ιουδαϊκής θρησκείας, αν
και στην εξεταζόμενη παράγραφο υπάρχει η φράση «Ήταν ο Μεσσίας» («Κατά Κέλσου»,
Ι,47). Αντίθετα, ο Ευσέβιος που έζησε τον 4ο αιώνα, θεωρεί δεδομένη την αναφορά
του Ιώσηπου στον Ιησού ως μεσσία. Έτσι συμπεραίνεται ότι η προσθήκη στα γραπτά
του Ιώσηπου έγινε εκείνο το χρονικό διάστημα.
3.
Ο Ιώσηπος ήταν περιγραφικότατος για τις υπόλοιπες και μάλιστα ασήμαντες
προσωπικότητες της εποχής που περιγράφει στο έργο του και για τον λεγόμενο
Ιησού αφιερώνει μία μόνον παράγραφο.
4.
Ο Ιώσηπος ήταν φαρισαίος. Ένας φαρισαίος δεν ήταν δυνατόν να
αναγνωρίσει σ'; έναν άνθρωπο, που καταδικάσθηκε για παράβαση του Μωσαϊκού
Νόμου, τον Μεσσία.
5.
Η θέση της παραγράφου στο κείμενο δεν είναι σίγουρη. Ο Ευσέβιος
Καισαρείας («Εκκλησιαστική Ιστορία», ΙΙ, vi) την τοποθετεί πριν τις σημειώσεις
του Ιώσηπου που αφορούν τον Πόντιο Πιλάτο, ενώ σήμερα αυτή η παράγραφος είναι
μετά απ'; αυτές τις σημειώσεις.
Αξίζει να σημειωθεί ότι
επιφανείς χριστιανοί απολογητές (όπως ο καθηγητής Αγουρίδης) ΔΕΝ δέχονται την
παραπάνω παράγραφο ως ιστορική απόδειξη, καθώς είναι πασιφανέστατη η πλαστότητά
της.
Μία δεύτερη παράγραφος
(και τελευταία) που υπάρχει στο ίδιο έργο του Ιώσηπου και μπορεί να σχετίζεται
με το θέμα (βιβλίο 20, κεφ. 8 ), είναι:
...;έτσι αυτός (ο Άννας,
γιος του Άννα του ανωτάτου ιερέα) κάλεσε το δικαστήριο των Σανχεντρίν και έφερε
ενώπιον του τον αδελφό τού Ιησού, που λεγόταν Χριστός και του οποίου το όνομα
ήταν Ιάκωβος και μερικούς άλλους (ή κάποιους από τους συντρόφους του) και όταν
κατασκεύασε κάποια κατηγορία εναντίον τους, του παρέδωσε προς λιθοβολισμό.
Και αυτή η παράγραφος
θεωρείται ως μεταγενέστερη προσθήκη, αλλά πολύ πιο πριν από την πρώτη
παράγραφο, καθώς σ'; αυτήν αναφέρεται ο Ωριγένης, ενώ στην πρώτη και
σημαντικότερη όχι, επειδή:
1. Δεν αναφέρονται τα
ονόματα των υπολοίπων που υποτίθεται εμφανίσθηκαν στο δικαστήριο (θυμηθείτε ότι
ο Ιώσηπος είναι λεπτομερέστατος στο έργο του). Γενικά η παράγραφος δείχνει να
είναι «γραμμένη στο πόδι και φευγαλέα».
2.
Από μόνη της, η παράγραφος δεν στέκεται, καθώς η ιστορική αναφορά σ';
ένα σημαντικό πρόσωπο είναι πάντοτε ευθεία κι όχι έμμεση. Φαντασθείτε για
παράδειγμα, ένας ιστορικός να έκανε αναφορά όχι άμεσα στον Ναπολέοντα, αλλά
έμμεσα μέσω της Ιωσηφίνας. Έτσι, η απόρριψη της πρώτης παραγράφου, οδηγεί
αναγκαστικά και στην απόρριψη αυτής.
Ενισχυτικός παράγοντας
είναι το γεγονός πως ο Ιώσηπος δεν είχε βαπτιστεί ποτέ Χριστιανός, ενώ αν
πράγματι πίστευε όλα τα προαναφερθέντα θα έπρεπε οπωσδήποτε να έχει προσχωρήσει
στη νέα αυτή πίστη. Είναι πάντως αλήθεια ότι ο Ιώσηπος αναφέρει πως την εποχή
του δρούσαν στην Ιουδαία μια σειρά από υποψήφιους Μεσσίες, κάποιος από τους
οποίους πιθανόν να αποτέλεσε τη βάση για την κατασκευή της χριστιανικής
μυθολογίας ...;
Ο ιστορικός Κορνήλιος
Τάκιτος (Publius Cornelius Tacitus, ~56-115/120), για τον οποίο υπάρχουν μόνο
διάσπαρτες πληροφορίες, αναφέρεται στο βιβλίο του «Χρονικά» με εχθρικό ύφος
στους χριστιανούς, πράγμα που σημαίνει ότι κατά το δεύτερο χριστιανικό αιώνα
είχαν ήδη συγκροτηθεί και ήταν υπολογίσιμες οι ομάδες οπαδών του χριστιανισμού,
οι οποίοι διαμόρφωσαν σταδιακά και την ιστορία του Ιησού. Τα κείμενα του
Τάκιτου που γνωρίζουμε σήμερα, είναι αντίγραφα που έγιναν από μοναχούς, στο
διάστημα 9ος-11ος αιώνας μ.Χ. και από τα συγγράμματα αυτά λείπει η εξιστόρηση
των γεγονότων της περιόδου από το έτος 28 μέχρι το έτος 34 μ.Χ., δηλαδή μιας
πολύ σημαντικής περιόδου για το χριστιανισμό. Άρα, δεν είναι διαθέσιμη κάποια
έγκυρη έκδοση αυτών των κειμένων. Πιθανόν μέρος των χειρογράφων του Τάκιτου να
είχε καταστραφεί ήδη από τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους, επειδή οι
περιγραφές του δεν ταίριαζαν στις μυθοπλασίες που διαμορφώθηκαν στα πλαίσια της
συγκροτούμενης θρησκείας.
Η αναφορά που γίνεται στα «Χρονικά» (15.44) είναι η εξής:
Η αναφορά που γίνεται στα «Χρονικά» (15.44) είναι η εξής:
...;το όνομά τους (των
χριστιανών) προέκυψε από τον Χριστό, ο οποίος επί βασιλείας Τιβέριου,
θανατώθηκε με καταδικαστική απόφαση του Έπαρχου Πόντιου Πιλάτου.
(συνεχίζεται...)
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)